του Θανου Π. Ντοκου*
Είναι κατανοητό ότι η διαχείριση της οικονομικής κρίσης απορροφά το σύνολο σχεδόν της προσοχής μας. Ωστόσο, ο κόσμος γύρω μας συνεχίζει να αλλάζει και να εξελίσσεται, ενώ τα ζητήματα που απασχολούν την ελληνική εξωτερική πολιτική δεν παραμένουν στάσιμα αναμένοντας τη δική μας επαναδραστηριοποίηση. Η Ελλάδα έχει αρνητική εικόνα διεθνώς, στερείται διπλωματικού κεφαλαίου, περιφερειακού ρόλου και στρατηγικής χρησιμότητας, ενώ παράλληλα καλείται να ασκήσει εξωτερική πολιτική χωρίς οικονομικούς πόρους, χωρίς προφανείς –και σχετικά ανιδιοτελείς– συμμάχους, και με σημαντικά ανοιχτά ζητήματα. Είναι ορατός ο κίνδυνος μη-αποτελεσματικής διαχείρισης όλων των ζητημάτων, προφανώς λόγω αδυναμίας και όχι λόγω πρόθεσης.
Εχουμε τρεις επιλογές: (α) παθητική αποδοχή της κατάστασης (β) συμμετοχή στο συνωμοσιολογικό παραλήρημα στο οποίο επιδίδονται ήδη ορισμένοι «πνευματικοί ταγοί» (γ) τερματισμός της μεμψιμοιρίας και δημιουργική αντίδραση. Αν αποφασίσουμε να ανασκουμπωθούμε και να πάρουμε την τύχη μας στα χέρια μας, το «κλειδί» για τη μακροχρόνια προσπάθεια βελτίωσης της εικόνας και αύξησης της επιρροής και διαπραγματευτικής ισχύος της χώρας είναι η αποτελεσματική αξιοποίηση του ανθρώπινου δυναμικού του υπουργείου των Εξωτερικών αλλά και άλλων υπουργείων και υπηρεσιών.
Αν η συγκυρία δεν επιτρέπει την ανάληψη μεγάλων πρωτοβουλιών, τότε η στρατηγική μας θα πρέπει να συνίσταται στην προώθηση πρωτοβουλιών μικρής κλίμακας και χαμηλού κόστους. Μια ιδέα θα ήταν να επιλέξουμε ορισμένες περιοχές/ζητήματα υψηλής προτεραιότητας (π.χ. Βαλκάνια, Μεσόγειο/Μέση Ανατολή, ευρωπαϊκή ασφάλεια, ενέργεια, κ.λπ.), να οριστεί ένας διπλωμάτης ως ειδικός απεσταλμένος (roving ambassador, με βασική αποστολή να γίνει γνώριμη φυσιογνωμία σε όλα τα διεθνή και περιφερειακά fora, υπογραμμίζοντας έτσι την ενεργό παρουσία και το ενδιαφέρον της Ελλάδας για τη συγκεκριμένη περιοχή/ζήτημα). Πολύ χρήσιμη θα ήταν και η οικοδόμηση συμμαχιών στην Ε.Ε. και το ΝΑΤΟ και η δραστηριοποίηση σε θέματα μη-ελληνικού ενδιαφέροντος (για να βελτιώσουμε την εικόνα της χώρας και να συσσωρεύσουμε διπλωματικό κεφάλαιο).
Παράλληλα, για κάθε τομέα προτεραιότητας θα δημιουργηθεί στο ΥΠΕΞ μικρή ομάδα εργασίας (task force), πιθανόν με διυπηρεσιακό χαρακτήρα. Η βασική τους αποστολή θα είναι η επεξεργασία προτάσεων πολιτικής και πρωτοβουλιών, σε σημαντικό βαθμό επί τη βάσει εισηγήσεων από τις αρμόδιες ελληνικές πρεσβείες, οι οποίες θα εμπλακούν άμεσα και στην υλοποίηση των πρωτοβουλιών. Ιδανικά, όπως συμβαίνει σε πολλές άλλες χώρες, θα πρέπει να υπάρχει συνεργασία με επιχειρηματίες που ενδιαφέρονται να επενδύσουν σε συγκεκριμένες περιοχές, καθώς και συστηματική εμπλοκή ενός πολύ μικρού αριθμού «εξαγώγιμων» βουλευτών που θα μπορούσαν να συμβάλουν στην πολιτική εκπροσώπηση της χώρας σε περιοχές υψηλού ενδιαφέροντος.
Θα πρέπει, επίσης, να τακτοποιηθούν άμεσα οι όποιες εκκρεμότητες σχετικά με την πολιτική ηγεσία του ΥΠΕΞ και να αξιοποιηθεί αποτελεσματικά ένα από τα λίγα «όπλα» που διαθέτουμε: το προσωπικό διπλωματικό κεφάλαιο του πρωθυπουργού. Τέλος, είναι θλιβερή η έλλειψη ενός στοιχείου που κανείς θα θεωρούσε αυτονόητο σε στιγμές εθνικής κρίσης: εθνική συναίνεση.
*Γενικός διευθυντής στο ΕΛΙΑΜΕΠ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου