Πηγή: Council of Foreign Relations (CFR)
«Η κρίση του χρέους που ξεκίνησε στην Ελλάδα και η εξάπλωσή της σε άλλες χώρες της Ευρωζώνης έχει χρησιμεύσει ως μια οδυνηρή υπενθύμιση των κινδύνων που συνδέονται με το υψηλό δημόσιο χρέος σε ένα παγκοσμιοποιημένο οικονομικό σύστημα», αναφέρεται σε πρόσφατο report του Council of Foreign Relations, του αμερικανικού think tank που μεταξύ άλλων επιμελείται την παγκοσμίως γνωστή διμηνιαία έκδοση «Foreign Affairs».
To CFR επιχειρεί να αξιολογήσει την απειλή της μετάδοσης της κρίσης σε χώρες εκτός Ευρώπης, επισημαίνοντας ότι πρόκειται για ένα ζήτημα που «έχει διχάσει τους εμπειρογνώμονες σχετικά με το ποιος θα είναι ο αντίκτυπος στην οικονομία των ΗΠΑ - όπου το χρέος αναμένεται να ανέλθει στο 90% του ΑΕΠ έως το 2020».
«Ορισμένοι οικονομολόγοι υποστηρίζουν ότι η οικονομία των ΗΠΑ θα επωφεληθεί από την κρίση στη ζώνη του ευρώ, δεδομένου ότι συνεχιζόμενη αδυναμία του ευρωπαϊκού νομίσματος θα εξασφαλίσει το καθεστώς του δολαρίου ως παγκόσμιου αποθεματικού νομίσματος» αναφέρει το CFR, ενώ «άλλοι εκτιμούν ότι το πρόβλημα του χρέους των ΗΠΑ θα κλιμακωθεί, υποστηρίζοντας μεταξύ άλλων ότι η μεγαλύτερη επίπτωση της κρίσης θα φανεί στην ανάπτυξη των ΗΠΑ, η οποία βασίζεται στην εμπιστοσύνη της αγοράς και τις εξαγωγές προς την Ευρώπη».
Το CFR παρουσιάζει, αναφορικά με τις επιπτώσεις της κρίσης στις ΗΠΑ, τις απόψεις επτά οικονομολόγων, ακαδημαϊκών, αναλυτών και ερευνητών:
Ashraf Laidi, Επικεφαλής Στρατηγικής Ανάλυσης, CMC Markets
Τα πιο κοινά επιχειρήματα εναντίον της πιθανότητας αποσταθεροποίησης της οικονομίας των ΗΠΑ από την κρίση χρέους στην Ευρωζώνη είναι: 1) η κινητοποίηση της ομοσπονδιακής κυβέρνησης των ΗΠΑ ενεργοποιώντας ένα ακόμα πακέτο βοήθειας τύπου TARP για τις αμερικανικές τράπεζες, 2) το γεγονός ότι η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ προτίθεται να ανοίξει εκ νέου τις στρόφιγγες της ρευστότητας με την αγορά (και πάλι) κρατικών ομολόγων των ΗΠΑ, και 3) η δυνατότητα να τυπώνουν οι ΗΠΑ ένα νόμισμα στο οποίο αποτιμάται το χρέος της χώρας διεθνώς. Τα μέτρα αυτά -που θεσπίστηκαν το 2008 και το 2009- αποκατέστησαν αποτελεσματικά την εμπιστοσύνη των παγκόσμιων χρηματοπιστωτικών αγορών προς τις ΗΠΑ. Η άνοδος κατά 60% των μετοχικών αγορών από τον Μάρτιο 2009 έδωσε κάποια στήριξη στο θέμα της εμπιστοσύνης, ενώ τα κυβερνητικά προγράμματα στήριξης βοήθησαν στον έλεγχο του ποσοστού ανεργίας και αναβίωσαν το ρόλο των καταναλωτών στην έξοδο της αμερικανικής οικονομίας από την ύφεση.
Για να είμαστε δίκαιοι, οι λύσεις αυτές δεν ήρθαν χωρίς κόστος. Τα ομοσπονδιακά αποθέματα έφτασαν στα επίπεδα ρεκόρ των 2,29 τρισεκατομμυρίων δολαρίων, ως αποτέλεσμα της αγοράς του δημοσίου χρέους, ενώ το ανώτατο όριο του χρέους των ΗΠΑ ορίστηκε στα 14,3 τρισεκατομμύρια δολάρια, σχεδόν τριπλάσιο σε σχέση με το αντίστοιχο επίπεδο του 2001. Οι αγορές συναλλάγματος και ομολόγων πήραν το μήνυμα. Το αμερικανικό δολάριο υποχώρησε περισσότερο από 20% και οι αποδόσεις των αμερικανικών ομολόγων διπλασιάστηκαν κατά την περίοδο των «πακέτων» στήριξης. Ωστόσο, όσο κλιμακωνόταν η ανησυχία για την κρίση χρέους στη ζώνη του ευρώ, το δολάριο των ΗΠΑ επωφελήθηκε από τις ροές κεφαλαίων μακριά από επικίνδυνα ευρωπαϊκά νομίσματα και προς την ασφάλεια των ομολόγων των ΗΠΑ.
Σήμερα, οι γερμανικές και γαλλικές τράπεζες, έχουν έκθεση 900 δισεκατομμυρίων δολαρίων στο χρέος της Ελλάδας και άλλων χωρών της ευρωζώνης. Αυτή η έκθεση θα μπορούσε να ενισχύσει κερδοσκοπικές επιθέσεις στις αμερικανικές μετοχές, με το σκεπτικό ότι η επιδείνωση της ευρωπαϊκής οικονομίας θα μπορούσε να ακυρώσει την ανάκαμψη της Κίνας και της καταναλωτικής δαπάνης στις ΗΠΑ. Σε αυτό το σενάριο, μία αμερικανική ύφεση τύπου douple dip είναι μια υπαρκτή πιθανότητα. Ωστόσο, εφόσον η διάβρωση του ευρώ επιβραδύνει τη διαδικασία διαφοροποίησης στις αγορές συναλλάγματος, σε τοποθετήσεις πέραν του δολαρίου, οι Ηνωμένες Πολιτείες θα έχουν κάποια δυσκολία στο να συνεχίσουν να χρηματοδοτούν το χρέος τους μέσα από τον εξωτερικό δανεισμό. Η δυνατότητα να τυπώνουν το δικό τους νόμισμα, θα εκτρέψει την προσοχή των οργανισμών αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας μακριά από τις Ηνωμένες Πολιτείες, καθώς θα επικεντρώνονται στις πιο πιεστικές περιπτώσεις της Ευρωζώνης και της Μ. Βρετανίας.
Adolfo Laurenti, αναπληρωτής επικεφαλής οικονομολόγος και Διευθύνων Σύμβουλος, Mesirow Financial
Η εφαρμογή του «πακέτου» των 750 δισ. ευρώ για τη σταθεροποίηση του κοινού νομίσματος ήταν καθοριστική στην προσπάθεια να σταματήσει ο πανικός και να αποκατασταθεί κάποιου είδους τάξη στις ολοένα και πιο ασταθείς χρηματοπιστωτικές αγορές.
Παρ’ όλα αυτά, με μια πιο προσεκτική εξέταση διαπιστώνεται ότι το σχέδιο δεν διορθώνει τις διαρθρωτικές δημοσιονομικές ανισορροπίες που πλήττουν χώρες όπως η Ελλάδα, η Ισπανία, η Πορτογαλία, και σε μικρότερο βαθμό, την Ιταλία και την Ιρλανδία. Το μαζικό «πακέτο» ενίσχυσης απλά «αγοράζει» χρόνο για αυτά τα κράτη ώστε να εκτελέσουν τις τόσο αναγκαίες διορθωτικές πολιτικές. Για να επανέλθουν οι κρατικές δαπάνες υπό έλεγχο, πρέπει να ληφθούν πρόσθετα μέτρα δημοσιονομικής πειθαρχίας.
Το σχέδιο της ευρωζώνης «αγοράζει» επίσης χρόνο και για τις Ηνωμένες Πολιτείες. Η κρίση χρέους της ζώνης του ευρώ έχει επαναβεβαιώσει τη θέση του δολαρίου ως παγκόσμιο αποθεματικό νόμισμα. Ωστόσο, η αναζήτηση ασφάλειας έξω από την Ευρώπη και η συνακόλουθη μεγάλη ζήτηση των αμερικανικών ομολόγων δεν πρέπει να αποτελεί δικαιολογία για να καθυστερήσει η λήψη μέτρων για την αδύναμη δημοσιονομική θέση των ΗΠΑ.
Η ανησυχία είναι διττή. Βραχυπρόθεσμα, οι ΗΠΑ θα πρέπει να πληρώσουν για το κόστος των διασώσεων και των «πακέτων» στήριξης που ακολούθησαν την οικονομική κρίση και την «Μεγάλη Ύφεση».
Ακόμα πιο σημαντικό, οι μακροπρόθεσμες δημογραφικές τάσεις καθιστούν το βάρος της κοινωνικής ασφάλισης μη βιώσιμο. Μέσα σε μία δεκαετία, τα δημόσια οικονομικά των ΗΠΑ θα βρεθούν κάτω από σημαντικές πιέσεις, συμβαδίζοντας με την έκρηξη του κόστους των προγραμμάτων κοινωνικής ασφάλισης. Αν το Κογκρέσο δεν αποφασίσει να προβεί σε άμεση και ριζική αναθεώρηση του ομοσπονδιακού προϋπολογισμού, η χώρα ενδέχεται να αντιμετωπίσει σοβαρές συνέπειες από την τρέχουσα αλόγιστη συμπεριφορά στις δαπάνες.
Έτσι, ο δημοσιονομικός εφησυχασμός είναι μια σημαντική απειλή για τις οικονομικές προοπτικές των Ηνωμένων Πολιτειών. Μια επιβράδυνση στην Ευρώπη, θα μειώσει τις εξαγωγές των ΗΠΑ πέρα από τον Ατλαντικό, αλλά η συνολική επίδραση στην οικονομία της χώρας θα είναι αμελητέα σε σύγκριση με την πιθανή βλάβη που μπορεί να προκληθεί από μία δημοσιονομική κρίση, αν χαθεί η ευκαιρία να μειωθεί το αμερικανικό έλλειμμα το χρέος αρχίσει να διολισθαίνει.
Η ευρωπαϊκή κρίση έχει δώσει πολύτιμο «δανεικό» χρόνο στις ΗΠΑ και θα ήταν καλύτερο να μην περάσει αυτός ο χρόνος αναξιοποίητος.
Carmen Reinhart, Ερευνητής, National Bureau of Economic Research
Vincent Reinhart, Resident Scholar, American Enterprise Institute
Οι τελευταίες εβδομάδες έχουν δείξει ότι, παρόλο που η Ελλάδα έχει μικρό «αποτύπωμα» στην παγκόσμια οικονομική απόδοση, ρίχνει μια βαριά σκιά στις χρηματοπιστωτικές αγορές. Αυτές οι δυσκολίες χρηματοδότησης έχουν «αντηχήσει» στις Ηνωμένες Πολιτείες, ως επί το πλείστον, ως ένα «στοίχημα» για τα χρηστά ήθη. Δανειολήπτες με αμφίβολες προοπτικές τελικά θα βρεθούν αντιμέτωποι με θυμωμένους δανειστές.
Το μήνυμα έχει «ακουστεί» με τέτοια ένταση στην εγχώρια αγορά, επειδή η ίδια η δημοσιονομική πορεία των ΗΠΑ φαίνεται μη βιώσιμη. Ενώ ο τρέχων λόγος του χρέους προς το ΑΕΠ, στο επίπεδο του 85%, δεν ενεργοποιεί άμεσα συναγερμούς, το δημοσιονομικό έλλειμμα «τρέχει» με ρυθμό 10% επί του ΑΕΠ. Πιο ανησυχητικό είναι ότι η εμπιστοσύνη του κοινού βρίσκεται σε χαμηλά επίπεδα, για το κατά πόσο υπάρχουν πολιτικοί ηγέτες στις ΗΠΑ με το απαραίτητο θάρρος ώστε να σταματήσουν αυτή τη διαδικασία.
Όλα αυτά είναι αλήθεια. Αλλά υπήρξε ένα ακόμα μήνυμα από την Ευρώπη προς τις ΗΠΑ, με εξίσου σοβαρές επιπτώσεις. Αυτό ήταν πιο «αθόρυβο» και απευθύνθηκε σε μια ομάδα-ελίτ που ελέγχει τα επίσημα συναλλαγματικά διαθέσιμα των περίπου δώδεκα κυβερνήσεων που ως επί το πλείστον βρίσκονται κατά μήκος της Ασίας-Ειρηνικού. Τα χρηματοδοτικά προβλήματα στην Ελλάδα και η μετάδοση της κρίσης στην ευρωπαϊκή ήπειρο απέδειξαν ότι το ευρώ δεν είναι έτοιμο για αποθεματικό νόμισμα.
Οι οικονομίες εκείνες που αναπτύσσονται ταχύτερα από τις υπόλοιπες του κόσμου -Κίνα, Ινδία και Κορέα μεταξύ άλλων- είναι, επίσης, εκείνες που αποταμιεύουν περισσότερο. Μετά την ασιατική κρίση του 1998 -μια καταστροφικά βαθιά αλλά και περιορισμένη γεωγραφικά «πρόγονος» της κρίσης που βιώνει σήμερα ο κόσμος- οι χώρες αυτές έχουν κατευθύνει ένα μεγάλο μέρος της αποταμίευσης προς την κατεύθυνση της αύξησης των συναλλαγματικών τους αποθεμάτων.
Οι διαχειριστές αποθεματικών, ωστόσο, δεν αγοράζουν ξένα νομίσματα. Αγοράζουν τα ασφαλέστερα περιουσιακά στοιχεία, τίτλους του δημοσίου, που εκφράζονται σε αυτά τα ξένα νομίσματα. Η αγορά ασφαλών περιουσιακών στοιχείων σε δολάρια είναι εύκολη: κρατικοί τίτλοι των ΗΠΑ. Η αγορά ασφαλών περιουσιακών στοιχείων σε ευρώ έχει αποδειχθεί ότι είναι προφανώς πιο δύσκολη. Πολλά ομόλογα έχουν ένα ανάγλυφο «€» κάπου, αλλά οι προοπτικές αποπληρωμής τους διαφέρουν ανάλογα με το πού τυπώνονται, για παράδειγμα, στη Γερμανία ή την Ελλάδα. Με απλά λόγια, οι τίτλοι του αμερικανικού δημοσίου ικανοποιούν πράγματι μια ανάγκη σε επίπεδο συναλλαγματικών διαθεσίμων, η οποία είναι λιγότερο πιθανό να ικανοποιηθεί από την ίδια την Ευρώπη, τουλάχιστον για κάποιο χρονικό διάστημα.
Υπό αυτές τις συνθήκες, οποιαδήποτε ευγενική προτροπή που βασίζεται στην ευρωπαϊκή εμπειρία είναι πιθανό να αποδειχθεί απλά αδιάφορη. Όσο οι διαχειριστές διαθεσίμων αγοράζουν κρατικά χρεόγραφα των ΗΠΑ, οι Αμερικανοί πολιτικοί δεν θα πιεστούν να αλλάξουν τις πολιτικές τους από τις κεφαλαιαγορές. Ένα πλεονέκτημα σίγουρα, αλλά μόνο για περιορισμένο χρονικό διάστημα. Πολιτικοί που δεν είναι πειθαρχημένοι, δεν είναι πιθανό να δείξουν τελικά πειθαρχία από μόνοι τους. Έτσι, η αστάθεια του ευρώ ως μία ξεχωριστή κατηγορία ενεργητικού, λόγω της «κακής συμπεριφοράς» κάποιων, μπορεί να επιτρέψει την «κακή συμπεριφορά» για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα και εντός των ΗΠΑ.
Uri Dadush, Διευθυντής, International Economics Program, the Carnegie Endowment
Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν ζωτικό συμφέρον να διασφαλίσουν ότι η κρίση του ευρώ είναι ελεγχόμενη. Η Ε.Ε. αντιπροσωπεύει το 20% των αμερικανικών εξαγωγών. Περισσότερο από το 50% των περιουσιακών στοιχείων των ΗΠΑ στο εξωτερικό βρίσκεται στην Ευρώπη, ενώ περίπου το 40% των συναλλαγματικών διαθεσίμων της Ευρώπης έχει επενδυθεί στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Στην πραγματικότητα, η κρίση του ευρώ είχε ήδη σημαντικό αντίκτυπο στην οικονομία των ΗΠΑ: Από τα τέλη Νοεμβρίου, το ευρώ έχει χάσει 17% έναντι του δολαρίου, καθιστώντας τις εξαγωγές των ΗΠΑ λιγότερο ανταγωνιστικές, ακόμη και αν ο στόχος της διοίκησης Ομπάμα είναι να διπλασιάσει τις εξαγωγές μέσα σε πέντε χρόνια. Οι εξαγωγές των ΗΠΑ έχουν επίσης επηρεαστεί αρνητικά λόγω της αναιμικής ανάκαμψης της Ευρώπης - κατά το πρώτο τρίμηνο, το ευρωπαϊκό ΑΕΠ ενισχύθηκε κατά μόλις 0,3% σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του προηγούμενου έτους, έναντι αύξησης 2,5% στις Ηνωμένες Πολιτείες και 11,9% στην Κίνα. Οι Αμερικανοί επενδυτές στην Ευρώπη θα πρέπει να αναμένουν στους ισολογισμούς τους μεγάλες απώλειες εισοδήματος λόγω της υποχώρησης του ευρώ.
Όμως οι σημαντικότερες επιπτώσεις της κρίσης του ευρώ στις Ηνωμένες Πολιτείες δεν θα φανούν μέσα από το εμπόριο και τις άμεσες ξένες επενδύσεις, αλλά μέσω των ευρύτερων επιπτώσεων σε επίπεδο εμπιστοσύνης και στις τράπεζες. Η μεταβλητότητα στο χρηματιστήριο (όπως μετράται από το δείκτη VIX) υπερδιπλασιάστηκε κατά τους τελευταίους δύο μήνες, ενώ και η διατραπεζική εμπιστοσύνη όπως μετράται από το TED spread (η διαφορά μεταξύ του τρίμηνου επιτοκίου διατραπεζικού δανεισμού και της απόδοσης των γραμματίων του αμερικανικού δημοσίου) διευρύνθηκε έως και το επίπεδο των 30,8 μονάδων βάσης πρόσφατα, που αποτελεί υψηλό εννέα μηνών, σε σύγκριση με το φετινό χαμηλό στις 10,6 μονάδες βάσης, το Μάρτιο.
Και αυτό, με φόντο μία κρίση που περιορίζεται μέχρι στιγμής στην Ελλάδα κατά κύριο λόγο, μια χώρα που αντιστοιχεί μόνο στο 2,6% του ΑΕΠ της Ευρωζώνης. Φανταστείτε τι θα συνέβαινε σε περίπτωση εξάπλωσης της κρίσης στην Ισπανία ή την Ιταλία, χώρες με μέγεθος πέντε ή έξι φορές μεγαλύτερο της Ελλάδας. Αν και η έκθεση των αμερικανικών τραπεζών στις πλέον ευάλωτες χώρες της Ευρώπης είναι περιορισμένη -περίπου 176 δισεκατομμύρια δολάρια ή 5% της συνολικής τους έκθεσης στο εξωτερικό- η έμμεση έκθεση είναι πολύ μεγαλύτερη, δεδομένου ότι οι τράπεζες των ΗΠΑ συναλλάσσονται με όλες τις μεγάλες διεθνείς τράπεζες, οι οποίες είναι εκτεθειμένες σε αυτές ακριβώς τις ευάλωτες χώρες.
Μια κρίση του ευρώ που εξαπλώνεται θα έβλαπτε τα συμφέροντα των ΗΠΑ και με έναν άλλο τρόπο. Παρά το γεγονός ότι το δημόσιο χρέος των ΗΠΑ μπορεί να απολαμβάνει υψηλή «δημοτικότητα» ως αποτέλεσμα της αναζήτησης ασφαλούς καταφυγίου, μια κρίση που εξαπλώνεται είναι πιθανό να φέρει τελικά στο προσκήνιο αυτό το αυξανόμενο χρέος των ΗΠΑ, επιδεινώνοντας την ήδη ασταθή δυναμική του δημόσιου χρέους της χώρας.
Ron Sloan, Γενικός Διευθυντής Επενδύσεων, Invesco
Η κρίση χρέους στον ιδιωτικό τομέα του 2009 έχει μεταμορφωθεί το 2010 σε κρίσεις κρατικού χρέους, καθώς το ιδιωτικό χρέος «ανταλλάχθηκε» με δημόσιο. Στην πραγματικότητα, το πρόβλημα παραμένει ακριβώς το ίδιο, αλλά υπό ένα διαφορετικό κέλυφος. Τέτοιας κλίμακας απομόχλευση πρόκειται να πάρει πολύ χρόνο, και δεν έχουν όλοι την υπομονή για κάτι τέτοιο. Εξ ου και οι ταραχές στην Ελλάδα.
Η κρίση στην Ευρωζώνη θέτει το ερώτημα του τί θα μπορούσε να τροφοδοτήσει την ανάπτυξη που απαιτεί ένας ανεπτυγμένος κόσμος βασισμένος στις εξαγωγές. Δεν μπορούν όλοι να εξάγουν προς τις μικρότερες αναδυόμενες οικονομίες του κόσμου και δεν μπορούμε πλέον να υπολογίζουμε σε σημαντική ανάπτυξη εντός του ανεπτυγμένου κόσμου, καθώς νέα μέτρα λιτότητας αρχίζουν να αποτελούν τον κανόνα σε μεγάλο μέρος της Ευρώπης. Μόλις η αποκατάσταση των αποθεμάτων ολοκληρωθεί, οι προσδοκίες για βιώσιμη ανάπτυξη θα πρέπει να αναθεωρηθούν χαμηλότερα, μέσα σε έναν ανεπτυγμένο κόσμο φορτωμένο με χρέος και σε έναν αναδυόμενο κόσμο που κινείται όλο και περισσότερο προς την κατεύθυνση της σύσφιξης της δικής του δημοσιονομικής και νομισματικής πολιτικής.
Η κρίση της Ευρωζώνης είναι στην ουσία μια κρίση ανάπτυξης. Εταιρείες και χώρες φορτωμένες με χρέος, περιλαμβανομένων εκείνων στις Ηνωμένες Πολιτείες, θα χάσουν πολλές από τις διαθέσιμες επιλογές επανεπένδυσης και ανάπτυξης. Χωρίς ανάπτυξη, η κοινωνική και οικονομική αστάθεια θα ακολουθήσουν. Το ευρώ είναι σίγουρα σε κίνδυνο στη σημερινή του μορφή. Χώρες της Νότιας Ευρώπης επαναξιολογούν τον τρόπο εξόδου τους από την κρίση και οι Γερμανοί και Γάλλοι πολίτες γίνονται όλο και πιο απρόθυμοι απέναντι στα μέτρα λιτότητας που απαιτούνται για να διασωθεί το ευρώ. Ο ανεπτυγμένος κόσμος έχει περάσει δύο δεκαετίες (δεκαετίες του ΄80 και του ΄90) με «ευνοϊκό άνεμο» σε κοινωνικό και οικονομικό επίπεδο, με ώθηση από τα χαμηλά επιτόκια και τους χαμηλούς φορολογικούς συντελεστές, τον πληθωρισμό, και την αυξανόμενη κατανάλωση και μόχλευση. Στοιχεία που έχουν πλέον μετατραπεί σε αντιξοότητες. Η απομόχλευση θα είναι μια μακρά και άστατη διαδικασία.
Anna Gelpern, Associate Professor of Law, American University
Η κρίση στην Ευρώπη ενισχύει ακόμη περισσότερο το βασικό μήνυμα των τελευταίων δύο ετών: Οι κυβερνήσεις και τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα είναι «εγκλωβισμένα» σε μια παγίδα δυσλειτουργίας. Όταν οι τράπεζες και οι «σκιώδεις» τράπεζες βυθίζονται, στρέφονται στις κυβερνήσεις για την προστασία των πιστωτικών ροών, των συστημάτων πληρωμών και των οικονομιών των ανθρώπων. Όταν οι κυβερνήσεις βυθίζονται, βυθίζουν μαζί και τους πιστωτές τους - τράπεζες, συνταξιοδοτικά ταμεία, ασφαλιστικές εταιρείες. Η δημοσιονομική μεταρρύθμιση είναι αναγκαία όχι μόνο για να προστατευθούν τα άτομα από τις τραπεζικές αποτυχίες, αλλά και για να προστατευθούν οι τράπεζες -και κατ ΄επέκταση το κοινό- από τις αποτυχίες των κυβερνήσεων.
Ελληνικές τράπεζες και συνταξιοδοτικά ταμεία κατέχουν περισσότερο από το 1/4 του ελληνικού δημόσιου χρέους. Εάν η Ελλάδα αθετήσει τις υποχρεώσεις της, θα εξαϋλώσει αποταμιεύσεις και θα παγώσουν οι απαραίτητες πιστώσεις για την ανάκαμψη. Αλλού, οι ευρωπαϊκές τράπεζες, τα συνταξιοδοτικά ταμεία και ασφαλιστικές εταιρείες κατέχουν περισσότερο από το ήμισυ του ελληνικού χρέους. Έτσι, εξ ορισμού απειλείται το ευρύτερο ευρωπαϊκό χρηματοπιστωτικό σύστημα, το οποίο είναι απαραίτητο για τη χρηματοδότηση της ελληνικής ανάπτυξης. Πρόκειται για το ίδιο σύστημα που σχεδόν κατέρρευσε το 2008 από την «φούσκα» στην αγορά κατοικίας στις ΗΠΑ και κλονίστηκε από τις χρεοκοπίες των Lehman Brothers, Fortis και Dexia, καθώς και από την ισλανδική τραπεζική κρίση. Αλλά είναι επίσης το σύστημα που ωφελήθηκε από την υποστήριξη της κυβέρνησης των ΗΠΑ προς την AIG, η οποία είχε πωλήσει πιστωτικά παράγωγα στις ευρωπαϊκές τράπεζες, «απορροφώντας» τους κινδύνους τους ώστε να μπορούν να κατέχουν λιγότερα εποπτευόμενα κεφάλαια.
Αυτό οδηγεί σε ένα παράδοξο: Ακόμα και αν το ελληνικό χρέος είναι πραγματικά μη βιώσιμο, ακόμα και αν αντιμετωπίζει σχετικά λίγα εμπόδια αν πρόκειται να αναδιαρθρωθεί, η αβεβαιότητα για τις επιπτώσεις της αποτυχίας των οικονομικών συστημάτων απειλεί να περιορίσει ή να εξαλείψει τα οφέλη της μείωσης του χρέους. Οι δεσμοί μεταξύ των κυβερνήσεων και των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων έπαιξαν κεντρικό ρόλο και στις κρίσεις της δεκαετίας του 1980 και του 1990, όμως σήμερα κανένα κομμάτι του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος δεν μπορεί να θεωρηθεί άτρωτο.
Στο παρελθόν, νομίζαμε ότι ο καλύτερος τρόπος για να διασφαλιστεί η έγκαιρη και ομαλή αναδιάρθρωση κρατικού χρέους ήταν μέσω της μεταρρύθμισης των σχετικών συμβάσεων ή μέσω της πτώχευσης. Ένα μάθημα από την Ελλάδα είναι ότι οι ισχυρότερες οικονομικές μεταρρυθμίσεις -και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού- μπορεί να είναι ο ασφαλέστερος δρόμος προς τα εμπρός για τη διαχείριση των προβλημάτων αυτού του είδους. Αυτό σημαίνει ενίσχυση κεφαλαίων ώστε οι επιχειρήσεις να μπορούν να απορροφούν ζημίες, συνολική μεταρρύθμιση ώστε μεγάλες κοινοπραξίες παγκόσμιου βεληνεκούς να μπορούν να πτωχεύουν ομαλά, και διαφανείς αγορές παραγώγων ώστε να μπορούν να αποκαλύπτουν τον πραγματικό κίνδυνο αθέτησης πληρωμών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου