Πηγή: The Guardian
Η προεκλογική περίοδος στη Βρετανία διακρίθηκε από πνεύμα επαρχιωτισμού. Το ζήτημα της Ευρώπης εθίγη ελάχιστα, εξαιτίας της προσπάθειας του Συντηρητικού Ντέιβιντ Κάμερον να φιμώσει την «ευρωσκεπτικιστική» μερίδα του κόμματός του, αλλά και της πρόθεσης του πρωθυπουργού κ. Μπράουν να διατηρήσει τη συζήτηση σε όσο το δυνατόν στενότερο πλαίσιο.
Η ελληνική κρίση θα αλλάξει όλα αυτά. Το εύρος καταστροφής είναι τέτοιο, που δεν μπορεί να αγνοηθεί, ενώ θέτει ερωτήματα όχι μόνο για την ανοησία των διαχειριστών του προβλήματος, αλλά και υπαρξιακά ζητήματα για το ενιαίο ευρωπαϊκό νόμισμα. Την ίδια στιγμή, γεννιέται η απορία μήπως η Βρετανία θα είναι η επόμενη Ελλάδα.
Οταν η Αθήνα παραδέχθηκε τον περασμένο Οκτώβριο ότι το κρατικό της έλλειμμα είναι μεγαλύτερο απ’ ό, τι νομίζαμε, το πρόβλημα ήταν μεν σοβαρό, αλλά αποκλειστικά τοπικού χαρακτήρα και χωρίς ουσιαστικές επιπτώσεις για άλλα κράτη. Υστερα από έξι μήνες κωλυσιεργίας, διαφωνιών και κωλυμάτων, γύρω από το εάν η Ελλάδα πρέπει να εξασφαλίσει οικονομική βοήθεια, από το ποιος θα οργανώσει το πακέτο βοήθειας και τι ποσά θα αφορά, το πακέτο βοήθειας δεν έχει προσφερθεί ακόμη. Ως αποτέλεσμα της καθυστέρησης αυτής, το κόστος της σωτηρίας της ελληνικής οικονομίας αυξήθηκε δραματικά, απειλώντας να μεταδοθεί και σε άλλες οικονομίες της Μεσογείου και θέτοντας ερωτήματα γύρω από την επιβίωση του ίδιου του κοινού νομίσματος στην παρούσα του μορφή.
Στην περίπτωση της Ελλάδας, όμως, η ανάληψη ταχείας δράσης εμποδίστηκε από την αρχική διαβεβαίωση πως η συμμετοχή του ΔΝΤ δεν είναι αναγκαία για την επίλυση ενός προβλήματος της Ευρωζώνης, αλλά και από τη σκληρή στάση της Γερμανίας. Το Βερολίνο ξεκαθάρισε από την αρχή ότι οι Ελληνες έπρεπε να πληρώσουν ακριβά τη δημοσιονομική τους αταξία, προσέγγιση που βρίσκει σύμφωνους τους περισσότερους Γερμανούς ψηφοφόρους. Η στάση του Βερολίνου, όμως, δεν έχει ως αποκλειστικό κίνητρο τις κρίσιμες εκλογές στη Βόρεια Ρηνανία-Βεστφαλία την ερχόμενη εβδομάδα, καθώς αποκαλύπτει κατά κύριο λόγο πόσο βαθιά έχει μετανιώσει η Γερμανία για τη θετική της ψήφο στην είσοδο της Ελλάδας στη Ζώνη του Ευρώ.
Τα πρόσφατα σχόλια της Αγκελα Μέρκελ, ότι μία πιο προσεκτική μελέτη των στοιχείων το 2000 θα είχε αποκαλύψει τα εγγενή προβλήματα της Ελλάδας, ξεσκεπάζουν τη γερμανική φιλοδοξία για ένα άλλο είδος κοινού νομίσματος. Ενός νέου σκληρού ευρώ, αποκλειστικό προνόμιο μιας νομισματικής ζώνης, που θα αποκλείει από τις τάξεις της «ασθενή» μέλη όπως η Ελλάδα.
Tι γίνεται λοιπόν τώρα; Η Πορτογαλία είναι επόμενη στον κατάλογο, με την κυβέρνηση και την αντιπολίτευση της χώρας να συμφωνούν αυτή την εβδομάδα στην επιβολή προγράμματος λιτότητας που είχε συμφωνηθεί το 2001, σε μια προσπάθεια να εξασφαλίσουν κάποια πίστωση χρόνου. Η πιστοληπτική ικανότητα της Ισπανίας υποβαθμίστηκε και αυτή στα μέσα της εβδομάδας. Υπό τις παρούσες συνθήκες, η παρέμβαση του επικεφαλής του ΟΟΣΑ, που συνέκρινε την κρίση με τον ιό του Εμπολα, δεν μπορεί να θεωρηθεί εποικοδομητική. Δεν είναι λοιπόν να απορεί κανείς ότι πολλοί χαρακτήρισαν τα γεγονότα των τελευταίων ημερών ως «στιγμή Lehman Brothers». Οι φόβοι για «φαινόμενο ντόμινο» στην Ευρώπη αποκαλύπτουν τις πιέσεις που δέχονται τα δημόσια οικονομικά από την κρίση των τελευταίων τριών ετών. Πολλές είναι οι χώρες των οποίων τα ελλείμματα του προϋπολογισμού είναι δυσθεώρητα και το δημόσιο χρέος σταθερά διογκούμενο, μεταξύ τους και η Βρετανία.
Ο λόγος που η Βρετανία δεν έχει μπει ακόμη στο στόχαστρο των κερδοσκόπων, είναι ότι η τιμή της στερλίνας μπορεί να διαμορφώνεται ελεύθερα στις αγορές. Αυτό προσφέρει βαλβίδα ασφαλείας σε περίπτωση που ξένοι επενδυτές τρομάξουν από το εύρος του ελλείμματος και το γεγονός ότι κανένα από τα κόμματα δεν έχει εμφανίσει αξιόπιστο πρόγραμμα αντιμετώπισης της αρνητικής οικονομικής συγκυρίας. Αν και η απόφαση του Γκόρντον Μπράουν να κρατήσει τη χώρα μακριά από το ευρώ το 2003 δικαιώθηκε πλήρως, αυτό δεν σημαίνει ότι η κρίση θα σταματήσει στα παράλια της Μάγχης. Μέσα στις επόμενες λίγες ημέρες, οι κερδοσκοπικές επιθέσεις θα επικεντρωθούν στο μαλακό υπογάστριο της Ευρωζώνης, στην Ελλάδα, την Πορτογαλία, την Ισπανία και την Ιταλία. Αν, όμως, οι βρετανικές εκλογές δεν αναδείξουν αμέσως νικητή και οδηγήσουν σε εβδομάδες πολιτικών διεργασιών, οι επενδυτές θα δουν με νέο, διστακτικό μάτι τη Βρετανία, ενώ όπως έγινε και με την Ελλάδα, την Πορτογαλία και την Ισπανία, μπορεί αυτό που θα δουν να μην τους αρέσει καθόλου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου