του Ντάνι Ρόντρικ*
Ο πρώην πρωθυπουργός Γκόρντον Μπράουν (Gordon Brown) τη θεωρούσε σπουδαίο μέσο δημιουργίας θέσεων εργασίας υψηλής κατάρτισης. Ο Γάλλος πρόεδρος Νικολά Σαρκοζί (Nicolas Sarkozy) αναζητεί τρόπους να συγκρατήσει στη Γαλλία τις βιομηχανικές θέσεις εργασίας. Ο επικεφαλής οικονομολόγος της «παγκοσμίου τράπεζας» Τζάστιν Λιν (Justin Lin) την υποστηρίζει ανοικτά, προκειμένου να επιταχύνει τις διαρθρωτικές αλλαγές στις υπό ανάπτυξη χώρες. Και ο οίκος «Μακ Κίνσεϊ» συμβουλεύει πολλές κυβερνήσεις πώς να την κάνουν σωστά.
Η κρατική επιχειρηματικότητα επέστρεψε!
Η αλήθεια βέβαια είναι πως η κρατική παρέμβαση στην οικονομία ουδέποτε βγήκε εκτός μόδας. Μπορεί βέβαια οι οικονομολόγοι που είχαν σαγηνευθεί από τη νεοφιλελεύθερη «συναίνεση της Ουάσινγκτον» να την είχαν ξεγράψει, αλλά οι πετυχημένες οικονομικές πολιτικές πάντα στηρίζονταν στο κράτος για να προωθήσουν την ανάπτυξη και να επιταχύνουν τις διαρθρωτικές αλλαγές.
Η περίπτωση της Κίνας είναι χαρακτηριστική. Η εκπληκτική της παραγωγική δύναμη πυρός εν πολλοίς οφείλεται στην κρατική ενίσχυση προς τις νέες επιχειρήσεις. Οι κρατικές επιχειρήσεις λειτούργησαν ως εκκολαπτήριο δημιουργίας τεχνικών δεξιοτήτων και διαχειριστικών-διευθυντικών ταλέντων. Η τοπική ζήτηση στήριξε την ανάπτυξη της παραγωγής στον τομέα της αυτοκίνησης ή των ηλεκτρονικών. Η έντονη κρατική κινητοποίηση υπέρ των εξαγωγών βοήθησε τις κινεζικές επιχειρήσεις να εκπορθήσουν τις παγκόσμιες αγορές.
Ένα άλλο τέτοιο παράδειγμα είναι η Χιλή, που συνήθως παρουσιάζεται ως ένας παράδεισος της ελεύθερης αγοράς. Αλλά η κυβέρνηση είναι παρούσα στην ανάπτυξη κάθε εξαγωγικής προσπάθειας της χώρας. Τα χιλιανά σταφύλια κυριάρχησαν στις παγκόσμιες αγορές χάρη στην κρατική έρευνα και ανάπτυξη. Η δασική παραγωγή επιδοτούνταν έντονα από -ποιος θα το ανέμενε;- τον ίδιο το στρατηγό Αουγκούστο Πινοσέτ (Augusto Pinochet). Όσο για την εξαιρετικά πετυχημένη πολιτική της εμπορίας σολομού, στη βάση της βρίσκεται η δημιουργία της «φουνταθιόν Τσίλε», μιας κρατικής εταιρείας διαχείρισης επιχειρηματικών κεφαλαίων.
Αλλά στον τομέα της κρατικής επιχειρηματικότητας το βραβείο το παίρνουν... οι Ηνωμένες Πολιτείες! Πράγμα εξάλλου μάλλον ειρωνικό, καθώς κάθε αναφορά στην κρατική παρέμβαση στην οικονομία αποτελεί ύβρι στον αμερικανικό πολιτικό λόγο. Όποτε χρησιμοποιούνται τέτοιες αναφορές, είναι για να τρομοκρατήσουν το εκλογικό σώμα πως οι κάποιοι πολιτικοί διακατέχονται από σταλινική οικονομική αντίληψη.
Μολοταύτα, οι Ηνωμένες Πολιτείες οφείλουν το μέγιστο τμήμα της ικανότητάς τους να καινοτομούν στην κρατική στήριξη. Όπως εξηγεί ο καθηγητής του Χάρβαρντ Τζος Λέρνερ (Josh Lerner) στο βιβλίο του «οδός χαμένων ονείρων» τα συμβόλαια του υπουργείου άμυνας έπαιξαν κρίσιμο ρόλο στην πρώιμη άνθηση της Σίλικον Βάλεϊ. Το διαδίκτυο, πιθανότατα η σημαντικότερη καινοτομία της εποχής μας, αναπτύχθηκε σε ένα πρόγραμμα του υπουργείου αμύνης, το 1969.
Για να προλάβω ενστάσεις, η παρέμβαση του αμερικανικού κράτους στην οικονομία δεν αποτελεί σε καμιά περίπτωση απολίθωμα του παρελθόντος. Η ομοσπονδιακή κυβέρνηση των ΗΠΑ είναι σήμερα μακράν ο σημαντικότερος παγκοσμίως διαχειριστής επιχειρηματικών κεφαλαίων. Σύμφωνα με την «Ουολ Στριτ τζόρναλ», μόνο το υπουργείο ενέργειας των ΗΠΑ (DOE) σχεδιάζει να παράσχει χαμηλότοκα δάνεια ύψους 40 δις δολαρίων (31,5 δις ευρώ) σε επιχειρήσεις ανάπτυξης «πράσινων τεχνολογιών», όπως ηλεκτρικών αυτοκινήτων, μπαταριών νέας γενιάς, ανεμογεννητριών και φωτοβολταϊκών. Κατά τη διάρκεια των εννέα πρώτων μηνών του 2009, τα ιδιωτικά κεφάλαια που επενδύθηκαν στον τομέα αυτόν ήταν λιγότερα των 3 δις δολαρίων (2.3 δις ευρώ). Μόνο το DOE επένδυσε 13 δις (10 δις ευρώ).
Η στροφή προς την κρατική οικονομική δραστηριότητα συνιστά άρα μια καλοδεχούμενη αναγνώριση μιας αλήθειας που ήταν ανέκαθεν γνωστή στους εμβριθείς μελετητές των διαδικασιών οικονομικής ανάπτυξης: η ανάπτυξη νέων επιχειρήσεων συχνά προϋποθέτει μια «ώθηση» από το κράτος. Αυτή η ώθηση μπορεί να πάρει τη μορφή επιδοτήσεων, δανείων, δημιουργίας υποδομών και άλλων τύπων ενισχύσεων. Αν ξύσετε σχεδόν κάθε πετυχημένη επιχείρηση, παντού στον κόσμο, το πιθανότερο είναι να βρείτε από κάτω κάποιου είδους κρατικής βοήθειας.
Οπότε το πραγματικό ερώτημα σχετικά με την παρέμβαση του κράτους στην οικονομία δεν είναι το αν πρέπει να υπάρχει, αλλά το πώς. Ιδού τέσσερις σημαντικές αρχές που καλό είναι να τις έχουμε στο μυαλό μας:
Πρώτον, η παρέμβαση του κράτους στην οικονομία αναφέρεται σε μια νοοτροπία μάλλον, παρά σε ένα κατάλογο συγκεκριμένων πολιτικών. Όσοι την εφαρμόζουν επιτυχώς, κατανοούν πως είναι πολύ σημαντικότερο να διαμορφωθεί ένα συνεργατικό κλίμα μεταξύ κράτους και ιδιωτικού τομέα, παρά να παρασχεθούν οικονομικά κίνητρα. Διαμέσου συμβουλίων διαβούλευσης, φόρουμ εύρεσης προμηθευτών, παροχών επενδυτικών συμβουλών, κλαδικών στρογγυλών τραπεζών, και διοχέτευσης κεφαλαίων από συνεργασίες του ιδιωτικού και του κρατικού τομέα, ο συνεταιρισμός κράτους-ιδιωτών αποσκοπεί να διαδώσει την πληροφόρηση για τις επενδυτικές ευκαιρίες, αλλά και τις παγίδες. Αυτό απαιτεί μια κυβέρνηση που είναι μεν «εμπεδωμένη» στον ιδιωτικό τομέα, αλλά δεν αναπτύσσει πελατειακές σχέσεις μαζί του.
Δεύτερον, η παρέμβαση του κράτους στην ιδιωτική επιχειρηματικότητα χρειάζεται να περιλαμβάνει και καρότα και μαστίγια. Με δεδομένη τη διακινδύνευση που αντιπροσωπεύει, και το χάσμα μεταξύ δημοσίου και ιδιωτικού οφέλους, η καινοτομία χρειάζεται ενίσχυση των αποδόσεών της, πολύ πέραν αυτών που παρέχουν οι ανταγωνιστικές αγορές. Αυτός εξάλλου είναι ο λόγος που όλες οι χώρες διαθέτουν συστήματα απόδοσης ευρεσιτεχνίας. Από την άλλη, οι δίχως τέλος κρατικές επιδοτήσεις έχουν τις δικές τους παρενέργειες: αυξάνουν τις τιμές για τον καταναλωτή, παγιδεύουν πόρους σε αντιπαραγωγικές δραστηριότητες. Αυτός είναι ο λόγος που κάποια στιγμή τα δικαιώματα ευρεσιτεχνίας εκπνέουν. Η ίδια αρχή χρειάζεται να διαπνέει όλες τις κρατικές προσπάθειες ενίσχυσης της επιχειρηματικότητας: τα κρατικά κίνητρα πρέπει να είναι προσωρινά -και να αποδίδονται ανάλογα με τις επιδόσεις των επιχειρήσεων.
Τρίτον, όσοι εφαρμόζουν την κρατική επιχειρηματική πολιτική οφείλουν να θυμούνται πάντοτε πως σκοπός τους είναι η ωφέλεια της κοινωνίας εν γένει και όχι της κρατικής γραφειοκρατίας ή των επιχειρηματικών συμφερόντων που επωφελούνται από τη βοήθεια του κράτους. Προκειμένου να αποφύγει τις παγίδες της κατάχρησης και της υπεξαίρεσης, η κρατική επιχειρηματική πολιτική χρειάζεται να χαρακτηρίζεται από διαφάνεια και λογοδοσία και να διαθέτει διαδικασίες προσβάσιμες ισότιμα από όλους τους παίκτες, παλιούς και νέους.
Το συνηθέστερο «μότο» κατά της παρέμβασης του κράτους στις επιχειρήσεις είναι πως «δεν είναι δυνατό το κράτος να επιλέγει τους νικητές». Φυσικά, αλλά δεν είναι αυτό το ζήτημα. Το διακύβευμα μιας πετυχημένης επιχειρηματικής πολιτικής δεν είναι να επιλέγονται οι νικητές, αλλά να είναι δυνατό να φεύγουν από το παιχνίδι οι χαμένοι, που είναι μια πολύ λιγότερο απαιτητική αξίωση.
Πράγματι, ακόμα και οι καλύτερες κρατικές πολιτικές κάνουν λάθη. Το κόλπο είναι οι κυβερνήσεις να αναγνωρίζουν τα λάθη τους, να μαθαίνουν από αυτά και να αποσύρονται πριν γίνουν υπέρμετρα δαπανηρές οι παρεμβάσεις τους.
Ο ιδρυτής της IBM Τόμας Ουότσον (Thomas Watson) είχε πει κάποτε πως «αν θες να πετύχεις, αύξησε τα περιθώρια σφάλματός σου». Η κυβέρνηση που δεν κάνει λάθη στην προσπάθειά της να προωθήσει τις επιχειρήσεις της είναι απλά μια κυβέρνηση που δεν προσπαθεί όσο σκληρά χρειάζεται να βοηθήσει την οικονομία της.
* Ο Dani Rodrik είναι καθηγητής στο Χάρβαρντ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου