Πέμπτη 30 Σεπτεμβρίου 2010

ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΦΟΡΟΙ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ

του Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου

Ο κ. πρωθυπουργός έχει κάθε δικαίωμα να υιοθετεί θέσεις και απόψεις οικονομικών συμβούλων του, όπως ο Αμερικανός σοσιαλδημοκράτης νομπελίστας οικονομολόγος κ. Τζότζεφ Στίγκλιτς –ο οποίος, με τον ομοϊδεάτη νομπελίστα συνάδελφό του κ. Πωλ Κρούγκμαν είναι οι θεωρητικοί των «φόρων αλληλεγγύης». Πλην όμως, οι δύο διαπρεπείς οικονομολόγοι στην θεωρητική τους προσέγγιση δίνουν ένα εντελώς διαφορετικό περιεχόμενο στην φορολογία από αυτό που ισχύει στην Ελλάδα.

Αν σε χώρες με αναπτυγμένο κοινωνικό κράτος η φορολογία έχει αρκετά στοιχεία αλληλεγγύης, στην Ελλάδα αποτελεί το ισχυρότερο μέσον εξουσίας του πελατειακού πολιτικού μας συστήματος και σε υψηλό ποσοστό τροφοδοτεί τα σημερινά προκλητικά προνόμια των συντεχνιών, στις οποίες φόροι και δάνεια έδωσαν απίθανη εκβιαστική και αντιδημοκρατική εξουσία. Στην ελληνική πραγματικότητα, λοιπόν, οι φόροι, περισσότερο από εργαλείο αλληλεγγύης, είναι μηχανισμός που μοιάζει περισσότερο με τις απόψεις του Αυστριακού καγκελάριου Βέντσελ Άντον φον Κάουνιτς Ρίντμπεργκ ο οποίος, κάπου στον 18ο αιώνα, παρατηρούσε ότι:

«Δεν απαιτείται πολλή σκέψη ή βαθειά ενόραση για να επινοήσουμε κάθε είδους τρόπο και μέσον ώστε να προκαλέσουμε αφαίμαξη στους υπηκόους μας και να εξασφαλίσουμε χρήματα. Αυτός, όμως, που επιθυμεί να το κάνει με τρόπο που θα είναι όχι μόνον λογικός, αλλά και ευεργετικός τόσο για τον μονάρχη όσο και το κράτος, πρέπει πρώτα –ή, τουλάχιστον, ταυτόχρονα– να αφιερώσει τον ίδιο ζήλο στην αύξηση του πλούτου των υπηκόων του, έτσι ώστε να είναι σε θέση να αντέξουν αυτή την πρόσθετη επιβάρυνση. Υπό αυτή την έννοια, η ιστορία της φορολογίας γίνεται απόλυτα κατανοητή αν θεωρηθεί ως η αναζήτηση ενός δυσπροσδιόριστου juste milieu, ενός συστήματος που αποσπά τα μέγιστα έσοδα ενώ συγχρόνως επιβάλλει τον ελάχιστο περιορισμό στην ανάπτυξη της οικονομίας, γιατί αυτή είναι κατά την παροιμία η κότα που κάνει τα χρυσά αυγά».

Κάτι τέτοιο, όμως, δεν συμβαίνει στην Ελλάδα. Η άμεση και η έμμεση φορολογία τιμωρούν τους έντιμους πολίτες, οι οποίοι καλούνται να πληρώσουν απίστευτες κρατικές σπατάλες, όργια διαφθοράς και τον αρπακτικό κυνισμό κάποιων «κατεχόντων», οι οποίοι, έτσι κι αλλιώς, έχουν τοποθετήσει τα προϊόντα της αρπαγής τους είτε σε ελβετικές τράπεζες είτε στας νήσους Κέϋμαν. Ενίοτε δε τα νέα αυτά παχύδερμα προκαλούν και από τηλεοράσεως τους έντιμους φορολογούμενους χλευάζοντας την νοημοσύνη τους.

Κάθε άλλο παρά αλληλεγγύη εκφράζουν οι φόροι στην χώρα μας. Αλλά την έκφραση χρησιμοποιεί για πολιτικο-επικοινωνιακούς λόγους, ο κ. Γ. Α. Παπανδρέου, για να χρυσώσει το χάπι στους ανθρώπους του «Κινήματος» αλλά και να τους δώσει επιχειρήματα προς κατανάλωση από τον «λαό». Σύμμαχος σε αυτή την περί «φόρων αλληλεγγύης» επικοινωνιακή στρατηγική του κ. πρωθυπουργού είναι και η απέραντη ελληνική άγνοια. Ελάχιστοι από τους Έλληνες φορολογούμενους γνωρίζουν πού πάνε τα χρήματα τα οποία κάθε χρόνο καταβάλλουν στο κράτος και ποια ανταποδοτικότητα έχουν για τους ίδιους. Γι αυτό, θεωρούμε σκόπιμο να καταθέσουμε κάποια στοιχεία και να θέσουμε το ερώτημα γιατί και για ποιους πληρώνουμε φόρους, έμμεσους και άμεσους.

Στην χώρα μας, το κράτος σήμερα διαχειρίζεται περί τα 125 δισεκατ. ευρώ και έχει υπό τον έλεγχό του το 55% της οικονομίας. Το ποσοστό αυτό είναι ίσως το υψηλότερο στην ευρωζώνη και ανέρχεται σε 26 δισεκατ. ευρώ παραπάνω σε σύγκριση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Επίσης, το κράτος πληρώνει κάθε χρόνο 26.200.000.000 ευρώ χρεωλύσια, ποσοστό το οποίο αντιπροσωπεύει το 10% του Ακαθαρίστου Εγχωρίου Προϊόντος μας και που είναι από τα υψηλότερα στον Οργανισμό Οικονομικής Συνεργασίας και Αναπτύξεως (ΟΟΣΑ).

Σύμφωνα με την οργάνωση World Economic Forum, το επίπεδο της δημόσιας σπατάλης στην Ελλάδα είναι από τα υψηλότερα στον αναπτυγμένο κόσμο και ο σχετικός δείκτης συνεχώς ανεβαίνει. Το ίδιο συμβαίνει και με τον δείκτη διαφθοράς, ο οποίος, σύμφωνα με την οργάνωση Διεθνής Διαφάνεια, κατατάσσει την χώρα μας σε θέσεις που «εποφθαλμιούν» αφρικανικές χώρες όπως η Ουγκάντα. Όσο για εμάς τους φορολογούμενους, τελικώς εργαζόμεθα για το κράτος περί τους έξι μήνες τον χρόνο.

Το ερώτημα είναι για ποιον λόγο. Για να πληρώνουμε 1.000.000 δημοσίους υπαλλήλους; Για να αμείβονται οι 7.000 απασχολούμενοι σε πολιτικά γραφεία; Για να θησαυρίζουν κάποιοι προμηθευτές του δημοσίου; Για να σαπίζουν σε δημόσιες αποθήκες μηχανήματα και χιλιάδες τόνοι αναλώσιμων προϊόντων; Για να μάς εμπαίζουν και να ποδοπατούν την δημοκρατία συνδικαλιστές του δημοσίου τομέα, κουκουλοφόροι και άλλοι «κοινωνικοί αγωνιστές»; Προκαλούμε οποιονδήποτε Έλληνα φορολογούμενο να μάς πει: Είναι ευχαριστημένος με το οδικό δίκτυο της χώρας; Τον τιμούν άραγε τα σχολεία-αχούρια και τα πανεπιστήμια-σταύλοι; Αισθάνεται ασφάλεια; Εκτιμά ότι, όταν συναλλάσσεται με την δημόσια διοίκηση, τον σέβονται; Έχει την αίσθηση ότι προστατεύεται σε περιπτώσεις φυσικών καταστροφών ή ακόμα και ηθελημένων εγκληματικών ενεργειών όπως οι εμπρησμοί δασών;

Αν οι απαντήσεις στα ερωτήματα αυτά είναι αρνητικές, τότε προβάλλει αμείλικτο το αρχικό μας ερώτημα: Γιατί πληρώνουμε φόρους;

Δυστυχώς, σπάνιοι είναι οι φορολογούμενοι που θέτουν στον εαυτό τους το ερώτημα αυτό. Όπως θα έλεγε και ο φιλόσοφος Εντγκάρ Μορέν, εθίζονται στην υπάρχουσα κατάσταση και τελικώς βρίσκουν ότι είναι φυσιολογικό να έχουμε αναποτελεσματικές κυβερνήσεις, ανίκανες δημοτικές αρχές και οργανωμένες απάτες με στόχο το δημόσιο χρήμα –δηλαδή, το δικό μας. Ακόμα χειρότερα, ενώ ο φορολογούμενος πολίτης βομβαρδίζεται καθημερινά από τα ΜΜΕ για την ακρίβεια, χωρίς κανείς να τού λέει ποιες είναι οι ουσιαστικές αιτίες της, ουδείς λόγος γίνεται για το κόστος του κράτους σε σύγκριση με αυτά που προσφέρει.

Ελάχιστοι γνωρίζουν ότι, μεταξύ των χωρών μελών του ΟΟΣΑ, η Ελλάδα έχει την ακριβότερη δημόσια διοίκηση, η οποία αντιπροσωπεύει 8% του ΑΕΠ μας ή το ποσόν των 20 δισεκατ. ευρώ. Ουδείς έχει συνειδητοποιήσει ότι ο δείκτης σπατάλης του ελληνικού κράτους επιβαρύνει τις επιχειρήσεις και τους φορολογουμένους με άλλα 12 δισεκατ. ευρώ, στα οποία πρέπει να προστεθούν και τα αφανή ελλείμματα δημοσίων επιχειρήσεων κι οργανισμών.

Θετική είναι λοιπόν η πρόθεση του κ. Γιώργου Παπανδρέου να μπει μια τάξη στην απερίγραπτη αυτή κατάσταση. Περιττεύουν όμως οι περί αλληλεγγύης ωραιολογίες. Προκαλούν όσους μπορούν να σκέπτονται.

Δεν υπάρχουν σχόλια: