Αποκαλούνται Εταιρείες Ενημέρωσης Οφειλετών (ΕΕΟ) και δεν έχουν κανένα δικαίωμα εισπράξεως
του Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου
Πολύς λόγος γίνεται τον τελευταίο καιρό για τις αποκαλούμενες εισπρακτικές εταιρείες, οι οποίες όμως δεν έχουν κανένα δικαίωμα αλλά ούτε και μπορούν να εισπράττουν χρήματα για λογαριασμό των πελατών τους. Κύριοι δε πελάτες των εταιρειών αυτών –που επισήμως φέρουν τον τίτλο «Εταιρείες Ενημέρωσης Οφειλετών» (ΕΕΟ)– είναι οι τράπεζες. Οι ΕΕΟ υπάγονται σε ειδική νομοθεσία και έχουν καταγραφεί σε ένα επίσημο Μητρώο το οποίο ουσιαστικά άρχισε να λειτουργεί το καλοκαίρι του 2010. Έτσι, δεν μπορεί ακόμη να αξιολογηθεί η αποτελεσματικότητά του, κυρίως από πλευράς λειτουργίας των εγγεγραμμένων εταιρειών.
Παρόλα αυτά και παρά τα όσα λέγονται και γράφονται για τις ΕΕΟ, ο ρόλος τους στην χρηματοπιστωτική ζωή της χώρας κάθε άλλο παρά ασήμαντος μπορεί να θεωρηθεί. Όπως μάς επεσήμαναν τραπεζικά στελέχη, μπορεί οι ΕΕΟ να ενοχλούν τους οφειλέτες των τραπεζών όταν είναι ασυνεπείς με τις υποχρεώσεις τους, πλην όμως μέσω αυτών αποφεύγεται η αύξηση των επισφαλειών.
Συγκεκριμένα, τονίζεται ότι ο βαθμός καθυστέρησης στην είσπραξη οφειλών προς τις τράπεζες επιδρά καθοριστικά στην αξιολόγηση των τραπεζών από τις εποπτικές αρχές και από τους διεθνείς οίκους αξιολόγησης και επηρεάζει την γενική πορεία του τραπεζικού κλάδου. Εκτιμάται δε ότι εάν υπάρξει σημαντική υστέρηση στην είσπραξη ληξιπρόθεσμων οφειλών, ήτοι αύξηση των επισφαλειών, μπορεί να αμφισβητηθεί η κεφαλαιακή τους επάρκεια που επιβάλλεται από τις εποπτικές αρχές, με συνακόλουθο σημαντικό κλονισμό του τραπεζικού συστήματος.
Από την άλλη πλευρά, επισημαίνουν οι ίδιοι οι τραπεζικοί παράγοντες, οι ΕΕΟ συμβάλλουν στην αποφυγή γενίκευσης της τάσης απροθυμίας πληρωμής. Ως γνωστόν, λένε, ήδη έχει υιοθετηθεί και πρόκειται να εφαρμοστεί άμεσα το νομικό πλαίσιο για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά που παρέχει σημαντική ανακούφιση στο κατ’ εξοχήν δοκιμαζόμενο τμήμα των οφειλετών. Εάν περιοριστεί υπέρμετρα η δυνατότητα των δανειστών να υπενθυμίζουν τις νόμιμες απαιτήσεις τους (π.χ. με πρόβλεψη για ιδιαίτερα αραιές τηλεφωνικές υπενθυμίσεις όπως μία ή δύο φορές τον μήνα), είναι πιθανόν να επωφεληθούν πρόσωπα που δεν αντιμετωπίζουν ιδιαίτερες οικονομικές δυσκολίες και να δημιουργηθεί μία γενική τάση απροθυμίας πληρωμής οφειλών, με απρόβλεπτες συνέπειες στον τραπεζικό κλάδο αλλά και στην κοινωνία γενικά. Επισημαίνεται ότι ήδη ο διεθνής οίκος αξιολόγησης Fitch διαβλέπει επιβάρυνση των ελληνικών τραπεζών αυτοτελώς από τον νόμο περί υπερχρεωμένων νοικοκυριών, γεγονός που επηρεάζει και τις διεθνείς αγορές.
Από λειτουργικής πλευράς, υπογραμμίζεται ότι ο νόμος περί ΕΕΟ υποχρεώνει τις εταιρείες, αφ’ ενός, να είναι μοναδικού σκοπού –επιτρέπεται να ασχολούνται μόνο με ενημέρωση οφειλετών– και, αφ’ ετέρου, να διαθέτουν υψηλά ίδια κεφάλαια, σύγχρονη τεχνολογική υποδομή και να επιμορφώνουν το προσωπικό τους σε τακτά χρονικά διαστήματα. Ταυτόχρονα, οι ΕΕΟ είναι υποχρεωμένες να διαθέτουν την μηχανογραφική υποδομή που επιβάλλεται από την κείμενη νομοθεσία περί ανάθεσης (outsourcing) τραπεζικών εργασιών σε τρίτους (και ελέγχονται τακτικά από την Τράπεζα της Ελλάδος). Δήλαδή, οι ΕΕΟ έχουν προβεί σε υψηλού κόστους επενδύσεις για να μπορέσουν να τηρήσουν το θεσμικό πλαίσιο λειτουργίας τους και, στην περίπτωση που ο αριθμός των επιτρεπόμενων τηλεφωνικών υπενθυμίσεων περιοριστεί σε μία ή δύο κλήσεις τον μήνα όπως έχει προαναγγελθεί, η δραστηριότητα θα καταστεί οικονομικά ασύμφορη ακριβώς για τις ΕΕΟ που με την εγγραφή τους στο Μητρώο έοχυν ήδη επιδείξει την διάθεσή τους να τηρούν τον νόμο. Κατ’ αποτέλεσμα, αρκετές από τις ΕΕΟ θα υποχρεωθούν να διακόψουν την λειτουργία τους και πιθανόν αυτό να ανοίξει το πεδίο δράσης σε ευκαιριακές, εξωθεσμικές και προφανώς μη εποπτευόμενες δραστηριότητες ενημέρωσης οφειλετών.
Σε κοινωνικό επίπεδο, οι εγγεγραμμένες στο Μητρώο ΕΕΟ απασχολούν συνολικά προσωπικό άνω των 4.500 ατόμων και οι εργαζόμενοι στα αντίστοιχα εσωτερικά τμήματα των τραπεζιών, εταρειών κινητής τηλεφωνίας κλπ. ανέρχονται σε 2.000 περίπου. Στην περίπτωση που ο αριθμός των επιτρεπόμενων τηλεφωνικών υπενθυμίσεων περιοριστεί σε μία ή δύο κλήσεις τον μήνα, είναι αναμενόμενο να προβούν οι εταιρείες σε μειώσεις του προσωπικού τους, το οποίο αποτελείται σε υψηλό ποσοστό από νέους εργαζόμενους.
Μια άλλη πτυχή της ύπαρξης και λειτουργίας των ΕΕΟ είναι αυτή της αποφυγής κάποιων νομικών και δικαστικών περιπετειών για τους οφειλέτες, όπως για παράδειγμα η εγγραφή τους στον Τειρεσία. Οι αμοιβές που καταβάλλουν οι εντολείς –τράπεζες, εταιρείες κινητής τηλεφωνίας, κλπ.– στις εταιρίες ενημέρωσης για τις ενέργειές τους δεν μετακυλίονται στους οφειλέτες. Εφόσον ο οφειλέτης προβεί σε πληρωμή ή ρύθμιση της οφειλής τους βάσει της ενημέρωσής του από ΕΕΟ, δεν επιβαρύνεται με επιπλέον χρέη, όπως συμβαίνει στην περίπτωση των δικαστικών ενεργειών.
Επιπλέον, η ενημέρωση αποτελεί έναν ήπιο τρόπο λειτουργίας του πιστωτικού κύκλου για την συντριπτική πλεινότητα των περιπτώσεων, χωρίς επιβάρυνση για τον οφειλέτη. Ενώ, αν τεθούν υπέρμετροι περιορισμοί στην δυνατότητα των δανειστών να ενημερώνουν, είναι σαφές ότι θα αυξηθούν οι επιβαρυντικές για τους οφειλέτες λύσεις όπως έκδοση διαταγής πληρωμής –η οποία, όχι μόνον επιβαρύνει τον οφειλέτη με έξοδα, πολλές φορές μεγαλύτερα από την οφειλόμενη δόση, ανερχόμενα σε 250 ευρώ και άνω– αλλά συνεπάγεται και άμεσο πλήγμα στην πιστοληπτική του ικανότητα λόγω εγγραφής του στον Τειρεσία.
Συμπερασματικά, μπορούμε να πούμε ότι το θέμα των ΕΕΟ είναι πολυσύνθετο και άρα οι περί της λειτουργίας τους υπεραπλουστεύσεις βλάπτουν τελικά την αντικειμενική ενημέρωση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου