Δευτέρα 14 Ιουνίου 2010

ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΟ, Η ΝΕΑ ΘΡΗΣΚΕΙΑ;

του Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου

Το ποδόσφαιρο εξελίσσεται για την ώρα σε μία μορφή θρησκείας με πολλούς θεούς, η οποία, αργά αλλά σταθερά, αποκτά και τεράστια οικονομική σημασία. Πέρα από αθλητικό γεγονός που προκαλεί παθιασμένες αντιδράσεις, ξεσηκώνει τα πλήθη και καθηλώνει δισεκατομμύρια ανθρώπους, τί άλλο είναι το ποδόσφαιρο; Πριν απ’ όλα, είναι το άκρον άωτον της παγκοσμιοποίησης. Δεν υπάρχει πιο παγκοσμιοποιημένο φαινόμενο από το ποδόσφαιρο –και ίσως γι αυτό κάποιοι διανοούμενοι να το μισούν θανάσιμα. Η αυτοκρατορία του ποδοσφαίρου δεν γνωρίζει σύνορα και όρια. Ακόμα καλύτερα, είναι μία αυτοκρατορία δημοφιλέστατη, όπως αναγνωρίζουν όλοι οι λαοί, αποδεχόμενοι ότι το ποδόσφαιρο τούς έχει κατακτήσει. Με άλλα λόγια, αυτό το τυπικό βρεταννικό άθλημα, σήμερα είναι το παγκόσμιο αθλητικό γεγονός.

Από το 1998 και μετά, όμως, το ποδόσφαιρο μεταβάλλεται. Από την μια μεριά, εξελίσσεται σε κορυφαία οικονομική δραστηριότητα. Οι δέκα μεγαλύτεροι ποδοσφαιρικοί σύλλογοι του πλανήτη μας –με πρώτους την Ρεάλ Μαδρίτης και την Μάντσεστερ Γιουνάϊτεντ– πραγματοποιούν συνολικά τζίρους που ξεπερνούν τα 3,7 δισεκατ. ευρώ. Υπολογίζεται ότι, μόνον στην Ευρώπη, τα επαγγελματικά ποδοσφαιρικά σωματεία φθάνουν περίπου τα 1.000, απασχολούν 60.000 άτομα και πραγματοποιούν έσοδα της τάξης των 118 δισεκατ. ευρώ.

Πλην όμως, οι μεγάλοι επαγγελματικοί σύλλογοι χρωστούν απίθανα ποσά. Οι πέντε από αυτούς (Άρσεναλ, Ρεάλ, Γιουνάϊτεντ, Τσέλσι, Λίβερπουλ) έχουν χρέη που πλησιάζουν τα 3,1 δισεκατ. ευρώ, όμως η αξία τους ως ομάδες υπολογίζεται στα 6 δισεκατ. ευρώ. Ο ανταγωνισμός μεταξύ των ομάδων αυτών είναι εξοντωτικός. Για παράδειγμα, τα δύο τελευταία χρόνια η Ρεάλ Μαδρίτης ξόδεψε 106 εκατ. ευρώ για να αποκτήσει 4 παίκτες. Έτσι, τα ταμεία της είναι μείον 250 εκατ. ευρώ, όμως η αξία της υπολογίζεται στα 1,15 δισεκατ. ευρώ. Για το 2010, η Ρεάλ αναμένεται να εισπράξει 160 εκατ. ευρώ από τηλεοπτικά δικαιώματα και άλλα 90 εκατ. ευρώ από εμπορικές δραστηριότητες. Βάλσαμο θα αποτελέσουν, επίσης, για τις μεγάλες ομάδες της Ευρώπης τα έσοδα από το Champions League.

Πέρα, όμως, από τους ποδοσφαιριστές, στο σημερινό ποδόσφαιρο, που είναι απαιτητικό, πέρα από το ποδοσφαιρικό ταλέντο παίζει σημαντικό ρόλο και το επίθετο του προπονητή, καθώς και τα συστήματα που εφαρμόζει. Ο Πορτογάλος Ζ. Μουρένιο, που από την πρωταθλήτρια Ευρώπης Ιντέρ μεταπήδησε στην Ρεάλ Μαδρίτης, αποτελεί αδρό δείγμα γραφής της νέας αυτής κατάστασης.

Συνεπώς, όπως γράφει και ο Μανουέλ Βαθκέθ Μονταλμπάν στο βιβλίο του Το Ποδόσφαιρο (εκδ. Μεταίχμιο), οι παίκτες δεν είναι πλέον οι βασικοί ιερείς, όπως και οι πιστοί δεν είναι οι κύριοι του ναού: τον γεμίζουν, αλλά η καταλυτική δύναμη του χρήματος βρίσκεται στις αποκλειστικότητες της τηλεόρασης και στην διαφήμιση. Ούτε καν ο Ρονάλντο δεν είναι ένας αληθινός ποδοσφαιριστής. Είναι δημιούργημα της ΦΙΦΑ και των πολυεθνικών εταιρειών αθλητικών ειδών. Οι διοικούντες κάνουν μεταγραφές για να ικανοποιήσουν την καταναλωτική μανία του πλήθους και οι προπονητές σχεδιάζουν στρατηγικές και ζητούν ποδοσφαιριστές που να ταιριάζουν στο σύστημα παιχνιδιού τους.

Σε όλες σχεδόν τις περιπτώσεις, το σύστημα των μεγάλων προπονητών είναι αυτό που τούς χάρισε επιτυχίες και όλη τους την ζωή θα επιθυμούν να επαναλαμβάνουν το ίδιο μοντέλο και να ψάχνουν κομμάτια που να ταιριάζουν σε αυτό το σύστημα. Με τους προπονητές ποδοσφαίρου συμβαίνει ό,τι και με τους κριτικούς της λογοτεχνίας ή των εικαστικών τεχνών: μαθαίνουν να διαβάζουν ή να βλέπουν μία φορά στην ζωή τους.

Επίσης, λόγου του γνωστού νόμου Μποσμάν, με την ελεύθερη διακίνηση των ποδοσφαιριστών έχουν αλλάξει και οι στρατηγικές δημιουργίας φυτωρίων στις ομάδες που κάνουν πρωταθλητισμό. Οι ομάδες είναι πλέον επιχειρήσεις και οι διοικούντες δεν μπορούν να επενδύσουν σε παίκτες από τα σπλάχνα της ομάδας, αφούν απαιτούν άμεσα αποτελέσματα που να τούς ενισχύουν την θέση. Γι αυτό τον λόγο παίρνουν έτοιμους ποδοσφαιριστές, που συνήθως προέρχονται από φτηνές αγορές και χώρες όχι και τόσο ανεπτυγμένες, χώρες στις οποίες το ποδόσφαιρο είναι ένας χώρος έκφρασης και χειραφέτησης της νεολαίας. Αν ο Νίτσε είπε ότι υπάρχουν χώρες που γεννήθηκαν για να γράψουν Ιστορία και χώρες που γεννήθηκαν για να την υποστούν, στο σύγχρονο παγκοσμιοποιημένο ποδόσφαιρο θα μπορούσε κανείς να τον παραφράσει και να φτάσει στο συμπέρασμα ότι υπάρχουν χώρες που έχουν γεννηθεί για να εξάγουν ποδοσφαιριστές και άλλες που γεννήθηκαν για να τους αγοράζουν.

Οι άμεσες συνέπειες της εφαρμογής του νόμου Μποσμάν στην Ισπανία οδήγησαν σε μία κατάσταση όπου μπορούσε να φτιαχτεί μία εθνική ομάδα ποδοσφαίρου αποτελούμενη αποκλειστικά από αργεντινούς ποδοσφαιριστές που έπαιζαν στο ισπανικό πρωτάθλημα. Στον τελευταίο τελικό του Champions League, μεταξύ Ίντερ Μιλάνου και Μπάγερν Μονάχου, στην ιταλική ομάδα χρησιμοποιήθηκε για τρία λεπτά μόνον ένας Ιταλός ποδοσφαιριστής.

Πέρα, όμως, από οικονομική μηχανή, στην σημερινή εποχή της επικοινωνίας και της κυριαρχίας των ΜΜΕ, το ποδόσφαιρο εξελίσσεται και σε μία νέα θρησκεία σε αναζήτηση θεού. Και το ερώτημα που γεννάται είναι αυτό τού ποιος θα είναι ο νέος θεός. Θα πρόκειται για τον εθνικισμό; Τον μπερλουσκονισμό; Τον χουλιγκανισμό; Κάποιοι επίσης αναρωτιούνται μήπως τελικά οι ομάδες πέσουν θύματα μιας συμμορίας αλητών που θα εργάζονται για να αποβλακώνουν το συλλογικό υποκείμενο που έχουν υπό τις διαταγές τους: τους οπαδούς κάθε ομάδας. Αυτό είναι πολύ ανησυχητικό για το ποδόσφαιρο. Ερωτήματα επίσης δημιουργούνται και με όλους αυτούς τους πολυεκατομμυριούχους ποδοσφαιριστές, μερικοί από τους οποίους –όπως ο Ντέηβιντ Μπέκαμ, για παράδειγμα– είναι περισσότερο προϊόντα ενός απίθανου σταρ-σύστεμ, παρά αθλητές.

Σήμερα, πάντως, το ποδόσφαιρο κατέκτησε τον κόσμο και με τρόπο ειρηνικό. Ο ήλιος δεν δύει ποτέ στην αυτοκρατορία του. Είναι το σύμβολο της παγκοσμιοποίησης και, ως τέτοιο, φέρνει στην επιφάνεια φαινόμενα και καταστάσεις που δύσκολα θα καταγράφονταν υπό άλλες συνθήκες. Όμως, για να επιβιώσει αυτό το τόσο παγκοσμιοποιημένο άθλημα, πρέπει να διατηρήσει τις αξίες που το έκαναν δυνατό. Αν αυτό δεν συμβεί, ίσως μια μέρα τα γήπεδα παραμείνουν άδεια.

Δεν υπάρχουν σχόλια: