Δευτέρα 25 Ιουλίου 2011

Η απουσία του κράτους θα πρέπει να χαρακτηρίζει το νέο Μοντέλο Ανάπτυξης

Του Γεωργίου Ι. Αναστασόπουλου*

Καταντάει ρουτίνα η μόνιμη επωδός περί Ανάπτυξης που συνοδεύει το «κάθε» κυβερνητικό πακέτο λιτότητας εδώ και δεκαετίες. Είναι ιδιαίτερα ενοχλητική μάλιστα αυτή η αναφορά διότι ποτέ δεν συγκεκριμενοποιείται αλλά παραμένει να αιωρείται σε επίπεδο ευχής, προσλαμβάνοντας με τον καιρό μια έντονα μεταφυσική αύρα! Γιατί άραγε συμβαίνει αυτό; Γιατί η «Ανάπτυξη» δεν μπορεί να λάβει συγκεκριμένη χροιά; Ας μην μασάμε τα λόγια μας. Οι διαχειριστές της εξουσίας αδυνατούν να προσδιορίσουν μέχρι σήμερα ένα σαφές αναπτυξιακό μοντέλο για τον απλούστατο λόγο ότι ουδέποτε επεξεργάσθηκαν, ουδέποτε σχεδίασαν και ουδέποτε πίστεψαν σε κάτι αντίστοιχο. Κυρίαρχο, αν μη, μοναδικό μέλημα όλων των κομμάτων εξουσίας μέχρι σήμερα (δηλαδή των εξής δύο: ΠΑΣΟΚ και ΝΔ) ήταν η κατάληψη της εξουσίας, με απλοϊκά λαϊκιστικά τσιτάτα και κατάλογο ευχολογίων που υπό την τεκμηριωμένη τους μορφή ονόμαζαν «πρόγραμμα», χωρίς καμία ουσιαστική προετοιμασία και επεξεργασία μέτρων, πολιτικών και δράσεων. Έτσι, δεν αποτελεί έκπληξη η πλήρης αποτυχία μιας σειράς αναπτυξιακών δράσεων, που αποφασίσθηκαν στο «ποδάρι» και ουσιαστικά στηρίχθηκαν σε μια Κεϋνσιανής έμπνευσης και λογικής φιλοσοφία, σε αυτήν δηλαδή της επίτευξης της Ανάπτυξης είτε μέσω ενός πλουσιοπάροχου προγράμματος δημοσίων επενδύσεων, είτε μέσω ενός αλόγιστου σχεδίου επιδοτήσεων ιδιωτικών επιχειρήσεων του τύπου «μοιράζω πεντοχίλιαρα, ελάτε κόσμε να πάρετε», κατασπαταλώντας κονδύλια προερχόμενα από τα κοινοτικά προγράμματα!

Και ποιο ήταν το αποτέλεσμα αυτών των σοσιαλ-κρατικιστικών εμπνεύσεων και πρακτικών τριών δεκαετιών;

Στο μεν σκέλος των δημοσίων επενδύσεων και παρά τον πακτωλό των κονδυλίων που διατέθηκε, δεν έχουμε ακόμη ολοκληρώσει ούτε καν την ΠΑΘΕ, την μία και μοναδική κεντρική οδική αρτηρία της χώρας! Επίσης, η Ελλάς συγκαταλέγεται μεταξύ των ολίγων χωρών της Αφρικανικής ηπείρου που δεν έχει καταφέρει να εισάγει ηλεκτροκίνηση στους σιδηροδρόμους της, ενώ ο σχετικός εξοπλισμός σαπίζει σε κάποιες αποθήκες του κραταιού και κρατικού -ακόμη- ΟΣΕ. Τα λιμάνια μας και τα περιφερειακά μας αεροδρόμια από πλευράς υποδομών βρίσκονται σε άθλια κατάσταση, η εξυπηρέτηση του πολίτη -από πλευράς υποδομών- είτε στον τομέα της υγείας είτε σε αυτόν της δημόσια διοίκησης, υπολείπεται κατά πολύ μιας χώρας που επιθυμεί να χαρακτηρίζεται ως Ευρωπαϊκή, ενώ, τέλος, ουδεμία πρωτοποριακή τεχνολογική καινοτομία δεν έχει εφαρμοσθεί εδώ και δεκαετίες έστω και σε έναν κάποιο κλάδο της οικονομίας μας.

Αν επεκτείνουμε τον απολογισμό των μοντέλων «Ανάπτυξης», που ακολουθήθηκαν με ευλάβεια τις τελευταίες τρεις δεκαετίες, ως προς τον ιδιωτικό τομέα, θα δούμε ότι κι εκεί τα αποτελέσματα είναι εξ' ίσου απογοητευτικά. Το κράτος επέλεξε επί 3 δεκαετίες να ακολουθήσει ένα διττό αναπτυξιακό μοντέλο:

- Το πρώτο σκέλος του βασίσθηκε στις επ' ευθείας επιδοτήσεις παραγωγικών επενδύσεων, με μεταβλητά ποσοστά επιδότησης ανάλογα την γεωγραφική ζώνη και την φύση της επένδυσης. Τα θλιβερά αποτελέσματα αυτής της αναπτυξιακής επιλογής μπορεί να τα αντιληφθεί κανείς αν επισκεφθεί τις βιομηχανικές περιοχές της χώρας και κυρίως αυτές της Θράκης (όπου η επιδότηση ήταν και η μέγιστη) που βρίθουν από κουφάρια επιδοτημένων μονάδων, ενώ οι εναπομείνασες λειτουργούσες μονάδες μετρώνται στα δάκτυλα του ενός χεριού.

- Το δεύτερο σκέλος του μοίρασε εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ (ευρωπαϊκής πάντα προέλευσης), υπό διαφορετικές «συσκευασίες» προγραμμάτων, σε χιλιάδες μικρομεσαίες επιχειρήσεις με τη μορφή εκπαίδευσης, ψιλο-επενδύσεων υλικοτεχνικής υποδομής ή/και πάσης φύσεως μελετών. Αν τα χρήματα αυτά είχαν πιάσει τόπο, τότε η Ελλάς θα διέθετε σήμερα το πιο εξειδικευμένο εργατικό δυναμικό της Ευρώπης, με τις πιο οργανωμένες και αρτίως εξοπλισμένες μικρομεσαίες επιχειρήσεις.

Και τα δύο σκέλη του μοντέλου Ανάπτυξης που ακολουθήσαμε μέχρι σήμερα έχουν ουσιαστικά αποτύχει, οδηγώντας την χώρα μας σε πλήρη αποβιομηχάνιση αλλά και πλήρη απώλεια των δις ευρώ που κατευθύνθηκαν προς αυτόν τον σκοπό.

Και στον τομέα της Ανάπτυξης, λοιπόν, το πολιτικό σύστημα της μεταπολίτευσης απέτυχε παταγωδώς. Μια αποτυχία που δεν μπορεί παρά να χρεωθεί στην καρδιά αυτού του συστήματος, δηλαδή των Κεϋνσιανών πολιτικών κρατικού προγραμματισμού και παρεμβατισμού που ακολουθήθηκαν με ευλάβεια από τις κυβερνήσεις του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ μέχρι σήμερα.

Παρά τον φτωχό αυτό απολογισμό των Αναπτυξιακών επιλογών τους οι πολιτικοί ταγοί μας δείχνουν να επιμένουν σε αυτό τον αδιέξοδο δρόμο, ίσως γιατί το μυαλό τους μέχρι εκεί φθάνει, ίσως γιατί ως γνήσιοι κρατιστές δεν μπορούν να φαντασθούν μια άλλη πολιτική, ίσως γιατί απλά δεν νοιάζονται.

Δεν είναι σπάνιες οι περιπτώσεις που, ακόμη και σε κατ' ιδίαν συζητήσεις, «διαπρεπείς» πολιτικοί μας περιγράφοντας τις σχετικές προτάσεις τους, απαριθμούν μια σειρά από -κατά την γνώμη τους- κρίσιμους για την χώρα τομείς Ανάπτυξης. Άλλος προτιμά οι όποιες εθνικές προτεραιότητες (και οι επενδύσεις φυσικά) να εστιασθούν στον τουρισμό, άλλος στον πολιτισμό, άλλος στην μαζικοποίηση της τουριστικής κατοικίας (το παράδειγμα της χρεοκοπίας αυτού του μοντέλου στην Ισπανία τους διαφεύγει προφανώς), άλλος στην πράσινη ενέργεια κλπ κλπ. Ανάλογα με τις προσωπικές τους εμπειρίες και χωρίς πολλοί από αυτούς να έχουν ουσιαστικά εργασθεί στην ελεύθερη αγορά, δημιουργούν ένα ιδεατό, ουτοπικό μοντέλο ανάπτυξης, βασισμένο σε εκτιμήσεις δεδομένων που κάπου είδαν, κάπου διάβασαν ή κάποιος τους είπε.

Το κοινό χαρακτηριστικό όλων αυτών των προτάσεων είναι η αναγκαιότητα ύπαρξης ενός κεντρικού προγραμματισμού της οικονομίας, που θα καθοδηγεί τις αγορές στο που θα επενδύουν και στο πως θα αναπτύσσονται, υπό την άξια -προφανώς- καθοδήγηση των εμπνευστών τους ή/και των συνεργατών τους. Όπλο τους, το «εργαλείο» της χρηματοδότησης, τα χρήματα δηλαδή των αγρίως φορολογουμένων επιχειρήσεων και πολιτών (Ελλήνων και Ευρωπαίων). Βεβαίως ένα καλό ερώτημα θα ήταν ποιος τους διόρισε ως διαχειριστές της τσέπης μας και ως managers των επιχειρήσεων μας για να αποφασίζουν αυτοί -ενίοτε ημιμαθείς-, με τα δικά μας τα λεφτά, την δική μας στρατηγική ανάπτυξης. Σε τι διαφέρουν αυτές οι ιδέες και πρακτικές από τον κεντρικό προγραμματισμό της Σοβιετίας, που «φούνταρε» αύτανδρη χρεοκοπώντας σαν ιδεολογία αλλά και σαν μοντέλο;

Μήπως θα ήταν καλύτερα αντί να φορολογούν τις υγιείς -άρα και επιτυχημένες- επιχειρήσεις για να επιδοτούν αμφιβόλου αποτελεσματικότητας πρωτοβουλίες, να πάψουν να τις φορολογούν και να αποφασίζουν οι ίδιες πως θα διαθέτουν καλύτερα τα περισσεύματά τους για τις όποιες αναπτυξιακές ή/και επενδυτικές τους ανάγκες;

Μήπως θα ήταν καλύτερα να καταργηθεί, μια και καλή, η αρρωστημένη λογική των πάσης φύσεως επιδοτήσεων, που το μόνο που επιτυγχάνει είναι να τρέφει την δημόσια διαφθορά και διαπλοκή, καθώς και μια στρατιά επιτηδείων, μεσαζόντων, «συμβούλων» και λαμογιών;

Μήπως θα ήταν καλύτερα το κράτος να σταματήσει, επιτέλους, να παίζει τον ρόλο του πατερούλη της οικονομίας και να αποσυρθεί από την ζωή της αγοράς διακριτικά και οριστικά;

Μήπως τελικά το μυστικό της Ανάπτυξης δεν κρύβεται στην παρουσία αλλά στην απουσία του κράτους, αυτού καθ' εαυτού, σε όλες τις εκφάνσεις του και τις μορφές του;

Αν παρατηρήσουμε το παράδειγμα της ελληνικής ναυτιλίας, που μεγαλούργησε και μεγαλουργεί, θα δούμε ότι το «θαύμα» της το επέτυχε ουσιαστικά αρρύθμιστη. Και σε αυτό ακριβώς διαφέρει από την πλήρως ρυθμισμένη ακτοπλοΐα, που πάει για φούντο, παρέχοντας κακής ποιότητας, ακριβές και μη ανταγωνιστικές υπηρεσίες. Εξ' άλλου ιστορικά οι Έλληνες μεγαλουργούν σε καθεστώτα ελευθερίας. Το οικονομικό θαύμα των αρχαίων αποικιών δεν ήταν αποτέλεσμα κάποιου κεντρικού σχεδιασμού, ενώ σαφώς η οικονομική δύναμη των σύγχρονων ελλήνων μεταναστών στις καπιταλιστικές ΗΠΑ υπερέχει από αυτή των δυστυχών συμπατριωτών μας που εγκλωβίστηκαν στην κεντρικά σχεδιαζόμενη Σοβιετική Ένωση, οι οποίοι και μόλις άνοιξαν τα σύνορα έσπευσαν με τις φτωχές τους οικοσκευές να την εγκαταλείψουν, μαζικά.

Θα πρέπει, επιτέλους, η σύγχρονη Ελλάδα να παραδειγματισθεί από τις αλυσιδωτές αποτυχίες των κρατικιστικών μοντέλων. Η αγορά, η οικονομία, το μέλλον μας πνίγονται από την σοσιαλιστική μπόχα, που αποπνέουν οι κάθε λογής συντεχνίες, οι βολεμένοι αφισοκολλητές των ΔΕΚΟ, οι αργόμισθοι συνδικαλιστές και οι καλοθρεμμένοι πρώην, νυν και επίδοξοι «εθνικοί προμηθευτές».

Η αγορά δεν χρειάζεται σήμερα ένα αναπτυξιακό νόμο απ' τα παλιά. Χρειάζεται ένα νέο μοντέλο Ανάπτυξης, που θα ανατρέψει τις αποδεδειγμένα αποτυχημένες πρακτικές των σοσιαλιστικών πειραματισμών του παρελθόντος. Χρειάζεται, ως πρώτο αλλά καίριο βήμα, την ουσιαστική κατάργηση όλων των αντι-αναπτυξιακών κινήτρων που υπάρχουν σήμερα, ώστε να της δοθεί, από το παρασιτικό κράτος, ζωτικός χώρος για να αναπνεύσει και να αναπτυχθεί. Κάτι που πρακτικά σημαίνει πλήρη κατάργηση πλειάδας ΔΕΚΟ, κρατικών οργανισμών, φορέων και διευθύνσεων Υπουργείων, που επεμβαίνουν ή και υποκαθιστούν την καθημερινή λειτουργία της αγοράς, απελευθέρωση ωραρίων, απελευθέρωση εργασιακών και ασφαλιστικών αγορών, κατάργηση πάσης φύσεως υποχρεωτικών εισφορών -υπέρ τρίτων-, ριζική αναθεώρηση περιβαλλοντικών και πολεοδομικών απαιτήσεων, διάλυση συντεχνιακών κατεστημένων, πλήρη και χωρίς όρους απελευθέρωση επαγγελμάτων. Για παράδειγμα, πρέπει να φθάσουμε στο σημείο που ακόμη και όταν το κράτος επιθυμεί ασφαλιστική ή φορολογική ενημερότητα από μια επιχείρηση να υποχρεώνονται να τρέχουν οι δημόσιοι υπάλληλοι για να την εκδώσουν, περιμένοντας οι ίδιοι καρτερικά στις ουρές που δημιουργεί η δική τους αδιαφορία.

Αν το κράτος καταφέρει και «ξεκουμπιστεί» μια και καλή από τα «πόδια» της αγοράς, εισάγοντας, ταυτόχρονα, σταθερό φορολογικό και ανταποδοτικό ασφαλιστικό σύστημα, που θα χαρακτηρίζονται από μικρούς φορολογικούς συντελεστές και μειωμένες εργοδοτικές εισφορές, αντίστοιχα, τότε θα έχουμε επιτύχει το πρώτο και μεγαλύτερο βήμα για την αναστροφή της ύφεσης και το πέρασμα στην τόσο ποθητή και αναγκαία Ανάπτυξη.

Η απουσία του κράτους οφείλει να αποτελέσει την πεμπτουσία της όποιας νέας Αναπτυξιακής πολιτικής θα ακολουθηθεί από αυτό το σημείο και μετά. Η παροχή φορολογικών κινήτρων για νέες επενδύσεις θα πρέπει να συμπληρώσει την αναπτυξιακή φαρέτρα, αλλά σε καμία περίπτωση δεν θα πρέπει να ξανα-εμπλακούμε στον κυκεώνα του αποτυχημένου και διεφθαρμένου μοντέλου των, πάσης φύσεως, επιδοτήσεων μικρών ή μεγάλων επιχειρήσεων. Κρατικές επιδοτήσεις θα πρέπει να επιτρέπονται μόνο σε αποδεδειγμένες περιπτώσεις market failure (αναφορικά με εθνικές υποδομές) όπου κι εκεί θα πρέπει να προκρίνονται λογικές ιδιωτικής συγχρηματοδότησης (π.χ. ΣΔΙΤ) και ιδιωτικού management. Τέλος, το νέο Αναπτυξιακό Μοντέλο θα πρέπει να απέχει από κάθε απόπειρα κεντρικού προγραμματισμού σε εθνικό ή κλαδικό επίπεδο, αφήνοντας στους επιχειρηματίες -που γνωρίζουν την δουλειά τους καλύτερα από τον καθένα- το τιμόνι των επενδύσεων.

Τέλος, η επιτυχής μεταβίβαση του «τιμονιού» των πολιτικών Ανάπτυξης από τα χέρια του κράτους σε αυτά της αγοράς, θα πρέπει συμβολικά να αποτυπωθεί με την συρρίκνωση ή και την οριστική κατάργηση του Υπουργείου Ανάπτυξης.

Αν, φυσικά, θέλουμε να μιλούμε για πραγματική Ανατροπή στην Πράξη!

*Ο Γιώργος Αναστασόπουλος, Δρ Μ.Μ.,  είναι ο Υπεύθυνος του Πολιτικού Τομέα Ανάπτυξης της Δημοκρατικής Συμμαχίας

1 σχόλιο:

Ioannis A Pappas είπε...

Ναι! Για να έχομε ανάπτυξη, ας είναι απόν το Κράτος από την οικονομική ζωή. Αυτό όμως δεν φθάνει: Πρέπει να είναι _παρόν_ στην επιβολή της τάξης και στην απονομή της δικαιοσύνης --που, σήμερα, δεν είναι! Εχομε κρατικές επιχειρήσεις και ιδιωτικούς χωροφύλακες: τρομοκράτες, μαφιόζους, παρανομούντες για "κοινωνικούς αγώνες",... Μήπως μάλιστα υπάρχει συσχέτιση μεταξύ της παρουσίας του Κράτους εκεί που _δεν_ πρέπει και της απουσίας-του εκεί που _πρέπει_;...