Εννέα κορυφαίες ευρωπαϊκές πολιτικές προσωπικότητες συνυπογράφουν ένα κείμενο το οποίο συνηγορεί υπέρ της εκδόσεως ευρωομολόγου και θέτει υπό αμφισβήτηση τους αμερικανικούς οίκους αξιολόγησης
του Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου
Τρεις πρώην πρωθυπουργοί, της Ιταλίας (Τζ.Αμάτο), της Γαλλίας (Μισέλ Ροκάρ) και του Βελγίου (Γκυ Βερχοφστάντ), δύο πρώην πρόεδροι της Πορτογαλίας (Μ.Σοάρες, Χ.Σάμπατο), ένας Ισπανός πρώην πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (Μπ.Κρέσπο) και τρεις πρώην βουλευτές, ευρωβουλευτές και υπουργοί υπέγραψαν προσφάτως ένα κείμενο-πρόταση σωτηρίας του ευρώ, αλά και απομάκρυνσης της Ευρώπης από τα παιχνίδια των αμερικανικών οίκων αξιολόγησης. Στο σχέδιό τους αυτό οι εννέα πολιτικοί –που οι περισσότεροι είναι σοσιαλιστές– στην ουσία προτείνουν ένα ευρωπαϊκό «νιου ντηλ» εμπνευσμένο από αντίστοιχη πρωτοβουλία του Φρ. Ρούζβελτ στις ΗΠΑ την δεκαετία του 1930. Το κείμενο των Εννέα αναφέρει τα ακόλουθα:
«Η Ευρώπη χάνει τον πόλεμο μεταξύ των εκλεγμένων κυβερνήσεών της και των μη-εκλεγμένων οίκων αξιολόγησης. Οι κυβερνήσεις προσπαθούν να κυβερνήσουν, αλλά η εξουσία εξακολουθεί να βρίσκεται στα χέρια των οίκων αξιολόγησης. Οι ψηφοφόροι το γνωρίζουν και αυτός είναι ο λόγος που μερικά κράτη μέλη της ΕΕ αντιτίθενται στην άμεση διακρατική μεταβίβαση κεφαλαίων.
»Και όμως, πολλά από τα κράτη μέλη, ιδίως η Γερμανία, κερδίζουν απ το ευρώ. Η αξία του είναι χαμηλότερη από ό,τι θα ήταν σε μία σκληρή ευρωζώνη με λιγότερα κράτη μέλη, κάτι που διευκολύνει τις εξαγωγές τους. Τυχόν χρεοκοπία των πιο εκτεθειμένων στα χρέη κρατών μελών της ευρωζώνης θα έπληττε τις τράπεζες, τα ασφαλιστικά ταμεία και όλα τα κράτη της Ευρώπης, τόσο της περιφέρειας όσο και του πυρήνα της. Κανείς δεν θα γλύτωνε.
»Η απάντηση είναι περισσότερη Ευρώπη, όχι λιγότερη. Αμφότεροι οι Ζαν-Κλωντ Γιούνκερ, ο πρόεδρος του Εκοφίν, και Τζούλιο Τρεμόντι, ο Ιταλός υπουργός Οικονομικών, επιχειρηματολόγησαν υπέρ της αναδιανομής του δημόσιου χρέους της ΕΕ διαμέσου ομολόγων, ως ενός αποτελεσματικού μέσου κατευνασμού της κρίσης. Συμφωνούμε μαζί τους. Αλλά μια τέτοια απόφαση δεν χρειάζεται συμφωνία. Θα μπορούσε να είναι μία προαιρετική διαδικασία αυξημένης συνεργασίας, όπως ήταν εξάλλου και το ίδιο το ευρώ. Τα κράτη που θα ήθελαν να διατηρήσουν τα κρατικά τους ομόλογα, θα μπορούσαν να το κάνουν.
»Συμφωνούμε επίσης με την άποψη των Γιούνκερ-Τρεμόντι πως αυτά τα ευρωομόλογα θα μπορούσαν να είναι παγκοσμίως εμπορεύσιμα και τότε θα προσέλκυαν υπεραξίες από τις κεντρικές τράπεζες των αναδυόμενων οικονομιών και τα κρατικά πλεονάσματα (SWF). Οι οικονομικές αυτές εισροές θα ενίσχυαν την ευρωζώνη και θα τής επέτρεπαν να χρηματοδοτήσει την ανάπτυξη και την συνοχή της χωρίς άλλες οικονομικές μεταβιβάσεις κεφαλαίων μεταξύ των κρατών μελών της.
»Τούτων λεχθέντων, θα θέλαμε να παρατηρήσουμε πως η τυχόν αναδιανομή των δημοσίων χρεών των κρατών μελών της ΕΕ μπορεί να μην είναι εμπορεύσιμη. Θα μπορούσε να παραμείνει εντός της ΕΕ. Από την στιγμή που δεν διατίθεται στην αγορά, το χρέος αυτό θα ήταν δυνατόν να οχυρωθεί απέναντι στους οίκους αξιολόγησης και το επιτόκιό του να αποφασίζεται κυρίαρχα από τους υπουργούς Οικονομικών της ευρω-ομάδας. Έτσι θα κατοχυρωνόμασταν απέναντι στην κερδοσκοπία. Η εξουσία θα μεταβιβαζόταν από τους οίκους αξιολόγησης στις κυβερνήσεις.
»Θέλουμε επίσης να σημειώσουμε πως έχουμε πολλά να διδαχθούμε από τα ομόλογα που την δεκαετία του 1930, επί Ρούζβελτ, χρηματοδότησαν το Νιου Ντηλ –από το οποίο εξάλλου το 1993 ο Ζακ Ντελόρ, πρώην πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, εμπνεύστηκε την ιδέα, παράλληλα με την καθιέρωση ενός κοινού ευρωπαϊκού νομίσματος, να εκδοθούν και κοινά ομόλογα της ΕΕ. Τα ομόλογα αυτά, που χρηματοδότησαν ως επί το πλείστον τα προγράμματα του Νιου Ντηλ, δεν χρηματοδοτούνταν ούτε εγγυοδοτούνταν από τις αμερικανικές πολιτείες. Η κυβέρνηση Ρούζβελτ δεν απαίτησε άμεση μεταβίβαση κεφαλαίων μεταξύ των αμερικανικών πολιτειών, ούτε αγόρασε το χρέος τους.
»Παρομοίως και η ΕΕ δεν χρειάζεται να κάνει τίποτα από τα παραπάνω προκειμένου να εκδώσει ευρωομόλογα. Η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (ΕΤΕπ) εκδίδει με απολύτως πετυχημένο τρόπο ομόλογα εδώ και πενήντα χρόνια, χωρίς να αγοράζει δημόσιο χρέος, χωρίς να απαιτεί κρατικές εγγυήσεις, χωρίς μεταβιβάσεις κεφαλαίων μεταξύ κρατών.
»Τα ομόλογα της αμερικανικής κυβέρνησης χρηματοδοτούνται από την δημοσιονομική πολιτική της ομοσπονδιακής κυβέρνησης των ΗΠΑ. Τέτοιο πράγμα η Ευρώπη δεν έχει. Αλλά τα κράτη μέλη που θα αποφασίσουν να αναδιανείμουν τα εθνικά δημόσια χρέη τους και να εκδώσουν ευρωομόλογα, θα μπορούσαν να εξυπηρετούν το κοινό τους χρέος με χαμηλά και βιώσιμα επιτόκια, από τα κρατικά τους έσοδα, χωρίς να χρειάζεται η μεταβίβαση κεφαλαίων μεταξύ τους.
»Η Ευρώπη διαθέτει ένα ακόμη πλεονέκτημα, που συχνά παραγνωρίζεται. Πολλά κράτη μέλη της ΕΕ είναι υπερχρεωμένα στις τράπεζες. Αλλά η ΕΕ αυτή καθ’ αυτή έχει σχεδόν μηδενικό χρέος. Ακόμα και μετά τις ενισχύσεις προς τις τράπεζες και τις χρηματοδοτήσεις των εθνικών δημοσίων χρεών που μεσολάβησαν από τον περσινό Μάϊο, το χρέος της ΕΕ μετά βίας φθάνει το 1% του ΑΕΠ της. Αυτό είναι κατά 90% λιγότερο από το επίπεδο που βρισκόταν το ομοσπονδιακό χρέος των ΗΠΑ όταν εκδόθηκαν τα ομόλογα που χρηματοδότησαν το Νιου Ντηλ.
»Επίσης, η έκδοση ευρωομολόγων δεν απαιτεί κατ’ ανάγκη νέους θεσμούς. Ένα προφυλαγμένο ομόλογο μπορεί κάλλιστα να εκδοθεί από τον υφιστάμενο Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (EFSF). Ο EFSF μπορεί να εκδώσει ευρωομόλογα και να συγχρηματοδοτήσει αναπτυξιακά σχέδια με την ΕΤΕπ. Η ΕΤΕπ διαθέτει ήδη δυνατότητα μακροοικονομικής παρέμβασης. Οι χρηματοδοτήσεις της είναι υπερδιπλάσιες εκείνων της Παγκόσμιας Τράπεζας. Τα νέα ευρωομόλογα μπορούν να χρηματοδοτούνται από τους πόρους ανάλογων αναπτυξιακών σχεδίων.
»Η έκδοση ευρωομολόγων δεν είναι τύπωμα χρήματος. Δεν είναι χρηματοδότηση ελλειμμάτων. Δεν χρειάζεται άμεση μεταβίβαση κεφαλαίων μεταξύ κρατών. Η έκδοση ομολόγων θα προσελκύσει νέες εισροές κεφαλαίων και συνεισφέρει στην ανάκαμψη, αντί της λιτότητας. Καλούμε τους Ευρωπαίους ηγέτες να το αναγνωρίσουν αυτό, τόσο για να σταθεροποιήσουν το ευρώ όσο και για να παράσχουν ένα Νιου Ντηλ στην Ευρώπη».
Χωρίς αμφιβολία, η συνολική πρόταση των Εννέα έχει πολλές θετικέ πλευρές. Πλην όμως, προκαλεί εντύπωση το γεγονός ότι δεν γίνεται η παραμικρή μνεία στις βαθύτερες μεταρρυθμίσεις που έχει ανάγκη η Ευρώπη και στην απαραίτητη πλέον για την επιβίωσή της οικονομική διακυβέρνηση. Με άλλα λόγια, μπορεί να υποθέσει κανείς ότι το ανωτέρω κείμενο προτείνει κατά βάθος τρόπους συνέχισης στην ευρωζώνη δημοσιονομικών πολιτικών που σήμερα την έχουν καταστήσει προβληματική. Υπό αυτή την έννοια, η έκδοση ευρωομολόγου, αντί να είναι εργαλείο οικονομικής μεγέθυνσης, θα μπορούσε, σε χώρες όπως η Ελλάδα, για μιαν ακόμη φορά να ενισχύσει τον κρατισμό και την πελατειακή του διάσταση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου