Tης Mαριεττας Γιαννακου*
Αν ερευνηθούν συμπεριφορές των «εγχωρίων επαναστατών» σε όλα τα επίπεδα, θα συμφωνήσουμε όλοι ότι η χώρα μας βρίσκεται μάλλον 40 χρόνια πίσω. Βλέποντας την κατάσταση αυτή, πολλοί εκ των φίλων μας στην Ε.Ε. αναρωτιούνται τι συμβαίνει με την ελληνική ιδιοτυπία. Οι αυτόκλητοι μεσολαβητές του γνωστού αριστερού χώρου εμφανίστηκαν στα media ενώπιον όλων των Ελλήνων, παριστάνοντας τους προστάτες των οργανωμένων μεταναστών, με ύφος «τεθλιμμένου συγγενούς» και την απαίτηση να γονατίσει και να γελοιοποιηθεί το ελληνικό κράτος. Οι εν λόγω «ευαίσθητοι» προστάτες και οι φίλοι τους, μονίμως παροικούντες έξω από τη ΓΑΔΑ, προκειμένου να εκβιάσουν τις αστυνομικές αρχές να αφήσουν ελεύθερους τους διάφορους ταραξίες, έκαναν όλους τους Ελληνες να συγκινηθούν βαθύτατα. Αυτούς πρέπει να έχουμε ως κυβερνήτες. Να τους θέσουμε επικεφαλής του ανίκανου και άχρηστου πολιτικού συστήματος, επικεφαλής εκείνων που ο Κ. Βάρναλης χαρακτήριζε με τον περίφημο ποιητικό του οίστρο «δειλοί, μοιραίοι και άβουλοι αντάμα προσμένουν ίσως κάποιο θάμα».
Πιθανόν, η ασυνεννοησία μεταξύ των παραδοσιακών πολιτικών και των σε κάθε περίπτωση εμφανιζομένων ως αντιεξουσιαστών, που παραβιάζουν με τον χειρότερο τρόπο το άσυλο για τις ακαδημαϊκές ελευθερίες, να οφείλεται στο ότι ομιλούν διαφορετική γλώσσα. Τώρα, ποιος μιλάει ελληνικά, μένει να το ανακαλύψουμε. Πολλοί άλλωστε των παραδοσιακών πολιτικών, επειδή τρέμουν τη σύγκρουση με τις γνωστές οργανωμένες μειοψηφίες, δεν προχώρησαν στο να εκμάθουν τη σύγχρονη ελληνική γλώσσα γι’ αυτό και υπάρχει μια γενικευμένη ασυνεννοησία. Το πρόβλημα βρίσκεται, να είστε βέβαιοι, στο τι είναι ο Ελληνας. Είμαστε διαφορετικοί από τους άλλους λαούς για όσους δεν το έχουν καταλάβει. Είμαστε Ελληνες. Αλίμονο αν καθόμασταν να διαβάσουμε τι λένε οι νόμοι και να σεβαστούμε την υπόσταση του ελληνικού κράτους. Είμαστε οι εξυπνότεροι όλων.
Εκεί που σε άλλες χώρες η κοινωνική συγκρότηση θέτει τα όρια των συμπεριφορών των πολιτών ώστε να φύγουμε απ’ αυτά που χαρακτηρίζουν τον άνθρωπο ως το «σκληρότερο των ζώων», εμείς εδώ στην Ελλάδα δεν καταλαβαίνουμε τίποτα, ούτε από κοινωνική συγκρότηση ούτε από σεβασμό στους νόμους. Διότι, αν δεν το έχετε καταλάβει, στερούμεθα των απαραιτήτων ελευθεριών και προχωρούμε ακάθεκτοι στον δρόμο της επανάστασης. Από τον δρόμο της ντροπής πώς θα φύγουμε; Το πρόβλημα δεν είναι ούτε ο νόμος για το άσυλο ούτε αν θα κρατηθεί ή θα καταργηθεί ούτε η μεταναστευτική μας πολιτική, που δεν υπάρχει. Το πρόβλημα είμαστε εμείς και το μυαλό μας, που δεν αλλάζει. Δεν παίρνει κανένα μάθημα από τις αθλιότητες του παρελθόντος. Εχει αυτή την «παραξενιά» του ελληνικού χαρακτήρα που τα ξέρει όλα και είναι ο πιο έξυπνος του κόσμου. Αλίμονο, θα μας πουν εμάς οι κουτόφραγκοι, με τους οποίους είμαστε παρέα στα λεφτά και χώρια στις πεποιθήσεις, τι θα κάνουμε; Εμείς, όχι μόνο ξέρουμε καλύτερα αλλά έχουμε και παρέα σ’ αυτό. Είμαστε σταθερά οι προστάτες των φίλων μας που μας αγαπούν τόσο πολύ ώστε μπαίνουν στη χώρα χωρίς πρόσκληση.
Πριν από 25 χρόνια, είχα πει σε μια συνέντευξή μου ότι θα μπορούσε να δοθεί ελληνική υπηκοότητα ή ειδικό καθεστώς στις Φιλιππινέζες. Στο κάτω κάτω, είχα πει, δεν πρόκειται οι Φιλιππίνες να μας πάρουν την Ελλάδα και είχα επισύρει την οργή κυβερνητικών αξιωματούχων του ΠΑΣΟΚ. Τώρα, ορισμένοι παριστάνουν ότι αγαπούν τους μετανάστες, κόπτονται γι’ αυτούς και δεν αντιλαμβάνονται ότι δεν υπάρχει περίπτωση εκείνοι να μας αγαπήσουν, όταν δεν μας σέβονται. Τι να σεβαστούν; Το ανύπαρκτο ελληνικό κράτος; Τους έμφοβους διευθύνοντες που μπροστά σε κάποιο τέτοιο περιστατικό τρέμουν σαν το ψάρι; Την αστυνομία που φοβάται τις ταραχές και τρέμει το αντάρτικο των αντιεξουσιαστών;
Ο σημερινός πρωθυπουργός επαναλάμβανε συνεχώς τη φράση «ή αλλάζουμε ή βουλιάζουμε», αλλά εδώ ολοφάνερα βουλιάζουμε χωρίς να αλλάζουμε. Φουσκώνουμε από κοινωνική ευαισθησία. Τι δουλειά έχουμε εμείς με τον ορθολογισμό. Αυτά είναι για άλλους. Ο,τι και να κάνουν οι Βορειοευρωπαίοι, εμείς δεν καταλαβαίνουμε τίποτα. Διότι είναι δυνατόν να είμαστε Ελληνάρες και να ακούμε αυτούς που πήγαν να μας αγοράσουν με τα λεφτά τους, θέλοντας να λυγίσουν την ελληνική περηφάνια; Τώρα μάλιστα που αρχίζουν οι επαναστατικές διαδικασίες στις χώρες του Μαγκρέμπ (Τυνησία, Αίγυπτο, Αλγερία, Μαρόκο), θα μας πάρουν τα πρωτεία; Ποτέ! Είμαστε οι πρώτοι. Τραβάμε μπροστά διά της μεταναστευτικής επανάστασης και αν ποτέ έχουμε πρόβλημα με κάποιον από τους γείτονες, πρώτοι και καλύτεροι θα έρθουν στο πλάι μας, οι φίλοι μας, που τους ωφελήσαμε, τους προστατεύσαμε, απαιτήσαμε ελληνικό διαβατήριο γι’ αυτούς και, τέλος πάντων, δείξαμε τον ανθρωπισμό μας και τις διεθνιστικές μας αξίες. Ο μαρξισμός τέλειωσε, αλλά η «άρρωστη πλην τιμία» Αριστερά βρίσκεται δίπλα μας. Δεν πεθαίνει ποτέ γιατί τη φροντίζουμε όλοι από το περίσσευμα της καρδιάς μας. Από την ανικανότητα για αποφάσεις μέχρι την «κουτοπόνηρη μαγκιά» των μεγάλων δημοκρατών που τιμά τον τόπο μας και μας κάνει περήφανους και ξεχωριστούς.
*Η κ. Μαριέττα Γιαννάκου είναι επικεφαλής της Κ.Ο. της Νέας Δημοκρατίας στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
Στη δεκαετία του ’60 σε διάφορες χώρες, ΗΠΑ, Γαλλία, παρατηρήθηκαν ταραχές μέσα στα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα. Οι πρωτοστατήσαντες στις ταραχές αυτές ήσαν διάφοροι γενικώς και αορίστως αριστεροί, οι περισσότεροι εκ των οποίων σήμερα βρίσκονται στην πρωτοπορία της ενοποίησης της Ευρώπης. Τι συνέβη αλήθεια; Πώς από τα συστήματα αυτοδιαχείρισης και το πεζοδρόμιο, πρόσωπα όπως ο Ντανιέλ Κον Μπεντίτ, βρέθηκαν εκεί; Γιατί οι δικοί μας «εγχώριοι επαναστάτες» έχουν καθηλωθεί σε άλλες εποχές, σε συμπεριφορές και δράσεις που γελοιοποιούν τη χώρα και το κράτος;
Αν ερευνηθούν συμπεριφορές των «εγχωρίων επαναστατών» σε όλα τα επίπεδα, θα συμφωνήσουμε όλοι ότι η χώρα μας βρίσκεται μάλλον 40 χρόνια πίσω. Βλέποντας την κατάσταση αυτή, πολλοί εκ των φίλων μας στην Ε.Ε. αναρωτιούνται τι συμβαίνει με την ελληνική ιδιοτυπία. Οι αυτόκλητοι μεσολαβητές του γνωστού αριστερού χώρου εμφανίστηκαν στα media ενώπιον όλων των Ελλήνων, παριστάνοντας τους προστάτες των οργανωμένων μεταναστών, με ύφος «τεθλιμμένου συγγενούς» και την απαίτηση να γονατίσει και να γελοιοποιηθεί το ελληνικό κράτος. Οι εν λόγω «ευαίσθητοι» προστάτες και οι φίλοι τους, μονίμως παροικούντες έξω από τη ΓΑΔΑ, προκειμένου να εκβιάσουν τις αστυνομικές αρχές να αφήσουν ελεύθερους τους διάφορους ταραξίες, έκαναν όλους τους Ελληνες να συγκινηθούν βαθύτατα. Αυτούς πρέπει να έχουμε ως κυβερνήτες. Να τους θέσουμε επικεφαλής του ανίκανου και άχρηστου πολιτικού συστήματος, επικεφαλής εκείνων που ο Κ. Βάρναλης χαρακτήριζε με τον περίφημο ποιητικό του οίστρο «δειλοί, μοιραίοι και άβουλοι αντάμα προσμένουν ίσως κάποιο θάμα».
Πιθανόν, η ασυνεννοησία μεταξύ των παραδοσιακών πολιτικών και των σε κάθε περίπτωση εμφανιζομένων ως αντιεξουσιαστών, που παραβιάζουν με τον χειρότερο τρόπο το άσυλο για τις ακαδημαϊκές ελευθερίες, να οφείλεται στο ότι ομιλούν διαφορετική γλώσσα. Τώρα, ποιος μιλάει ελληνικά, μένει να το ανακαλύψουμε. Πολλοί άλλωστε των παραδοσιακών πολιτικών, επειδή τρέμουν τη σύγκρουση με τις γνωστές οργανωμένες μειοψηφίες, δεν προχώρησαν στο να εκμάθουν τη σύγχρονη ελληνική γλώσσα γι’ αυτό και υπάρχει μια γενικευμένη ασυνεννοησία. Το πρόβλημα βρίσκεται, να είστε βέβαιοι, στο τι είναι ο Ελληνας. Είμαστε διαφορετικοί από τους άλλους λαούς για όσους δεν το έχουν καταλάβει. Είμαστε Ελληνες. Αλίμονο αν καθόμασταν να διαβάσουμε τι λένε οι νόμοι και να σεβαστούμε την υπόσταση του ελληνικού κράτους. Είμαστε οι εξυπνότεροι όλων.
Εκεί που σε άλλες χώρες η κοινωνική συγκρότηση θέτει τα όρια των συμπεριφορών των πολιτών ώστε να φύγουμε απ’ αυτά που χαρακτηρίζουν τον άνθρωπο ως το «σκληρότερο των ζώων», εμείς εδώ στην Ελλάδα δεν καταλαβαίνουμε τίποτα, ούτε από κοινωνική συγκρότηση ούτε από σεβασμό στους νόμους. Διότι, αν δεν το έχετε καταλάβει, στερούμεθα των απαραιτήτων ελευθεριών και προχωρούμε ακάθεκτοι στον δρόμο της επανάστασης. Από τον δρόμο της ντροπής πώς θα φύγουμε; Το πρόβλημα δεν είναι ούτε ο νόμος για το άσυλο ούτε αν θα κρατηθεί ή θα καταργηθεί ούτε η μεταναστευτική μας πολιτική, που δεν υπάρχει. Το πρόβλημα είμαστε εμείς και το μυαλό μας, που δεν αλλάζει. Δεν παίρνει κανένα μάθημα από τις αθλιότητες του παρελθόντος. Εχει αυτή την «παραξενιά» του ελληνικού χαρακτήρα που τα ξέρει όλα και είναι ο πιο έξυπνος του κόσμου. Αλίμονο, θα μας πουν εμάς οι κουτόφραγκοι, με τους οποίους είμαστε παρέα στα λεφτά και χώρια στις πεποιθήσεις, τι θα κάνουμε; Εμείς, όχι μόνο ξέρουμε καλύτερα αλλά έχουμε και παρέα σ’ αυτό. Είμαστε σταθερά οι προστάτες των φίλων μας που μας αγαπούν τόσο πολύ ώστε μπαίνουν στη χώρα χωρίς πρόσκληση.
Πριν από 25 χρόνια, είχα πει σε μια συνέντευξή μου ότι θα μπορούσε να δοθεί ελληνική υπηκοότητα ή ειδικό καθεστώς στις Φιλιππινέζες. Στο κάτω κάτω, είχα πει, δεν πρόκειται οι Φιλιππίνες να μας πάρουν την Ελλάδα και είχα επισύρει την οργή κυβερνητικών αξιωματούχων του ΠΑΣΟΚ. Τώρα, ορισμένοι παριστάνουν ότι αγαπούν τους μετανάστες, κόπτονται γι’ αυτούς και δεν αντιλαμβάνονται ότι δεν υπάρχει περίπτωση εκείνοι να μας αγαπήσουν, όταν δεν μας σέβονται. Τι να σεβαστούν; Το ανύπαρκτο ελληνικό κράτος; Τους έμφοβους διευθύνοντες που μπροστά σε κάποιο τέτοιο περιστατικό τρέμουν σαν το ψάρι; Την αστυνομία που φοβάται τις ταραχές και τρέμει το αντάρτικο των αντιεξουσιαστών;
Ο σημερινός πρωθυπουργός επαναλάμβανε συνεχώς τη φράση «ή αλλάζουμε ή βουλιάζουμε», αλλά εδώ ολοφάνερα βουλιάζουμε χωρίς να αλλάζουμε. Φουσκώνουμε από κοινωνική ευαισθησία. Τι δουλειά έχουμε εμείς με τον ορθολογισμό. Αυτά είναι για άλλους. Ο,τι και να κάνουν οι Βορειοευρωπαίοι, εμείς δεν καταλαβαίνουμε τίποτα. Διότι είναι δυνατόν να είμαστε Ελληνάρες και να ακούμε αυτούς που πήγαν να μας αγοράσουν με τα λεφτά τους, θέλοντας να λυγίσουν την ελληνική περηφάνια; Τώρα μάλιστα που αρχίζουν οι επαναστατικές διαδικασίες στις χώρες του Μαγκρέμπ (Τυνησία, Αίγυπτο, Αλγερία, Μαρόκο), θα μας πάρουν τα πρωτεία; Ποτέ! Είμαστε οι πρώτοι. Τραβάμε μπροστά διά της μεταναστευτικής επανάστασης και αν ποτέ έχουμε πρόβλημα με κάποιον από τους γείτονες, πρώτοι και καλύτεροι θα έρθουν στο πλάι μας, οι φίλοι μας, που τους ωφελήσαμε, τους προστατεύσαμε, απαιτήσαμε ελληνικό διαβατήριο γι’ αυτούς και, τέλος πάντων, δείξαμε τον ανθρωπισμό μας και τις διεθνιστικές μας αξίες. Ο μαρξισμός τέλειωσε, αλλά η «άρρωστη πλην τιμία» Αριστερά βρίσκεται δίπλα μας. Δεν πεθαίνει ποτέ γιατί τη φροντίζουμε όλοι από το περίσσευμα της καρδιάς μας. Από την ανικανότητα για αποφάσεις μέχρι την «κουτοπόνηρη μαγκιά» των μεγάλων δημοκρατών που τιμά τον τόπο μας και μας κάνει περήφανους και ξεχωριστούς.
*Η κ. Μαριέττα Γιαννάκου είναι επικεφαλής της Κ.Ο. της Νέας Δημοκρατίας στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου