του Φελίπε Γκονζάλες*
Τρία χρόνια μετά το ξέσπασμα της σοβαρότερης οικονομικής κρίσης από το 1929, κι ένα χρόνο μετά την υπογραφή της συνθήκης της Λισαβόνας που υποτίθεται πως θα σταθεροποιούσε την Ευρώπη, η οικονομική αναταραχή εξακολουθεί να σαρώνει την ήπειρο. Το «ευρωπαϊκό συμβούλιο», η «επιτροπή» ή η «κεντρική τράπεζα» μοιάζουν ανίκανοι να την σταματήσουν. Τα μεμονωμένα κράτη-μέλη είναι ανήμποροι εύκολοι στόχοι για τους κερδοσκόπους, που προς το παρόν εξακολουθούν να εκλαμβάνουν τα δειλά μέτρα που λαμβάνονται ως «πράσινο φως» για τη συνέχιση των επιθέσεών τους.
Κοντολογίς, η οικονομική κρίση των αρχών του 21ου αιώνα έφερε στο φως την κρίση διακυβέρνησης που βρίσκεται στον πυρήνα του ευρωπαϊκού εγχειρήματος.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) βρίσκεται παγιδευμένη στην αντίφαση μιας νομισματικής ένωσης που της λείπει η δυνατότητα να συντονίζει την οικονομική και δημοσιονομική της πολιτική. Για να είμαι σαφής, η διαιώνιση της εφαρμογής πολύ διαφορετικών πολιτικών στα διαφορετικά κράτη-μέλη μιας ενιαίας εσωτερικής αγοράς με κοινό νόμισμα, δεν είναι βιώσιμη.
'Αρα η Ευρώπη βρίσκεται σε ιστορικό σταυροδρόμι. Έχει τρεις επιλογές:
Να συνεχίσουμε όπως σήμερα. Αυτό σημαίνει τη διαχείριση της θυελλώδους κρίσης μέρα με τη μέρα, κολλώντας στα αλληλοσυγκρουόμενα εθνικά συμφέροντα που τροφοδοτούν εθνικιστικές αντιδράσεις και υποδαυλίζουν τον ευρωσκεπτικισμό. Να συνεχίσουμε να ασθμαίνουμε πίσω από τους κερδοσκόπους, επαναλαμβάνοντας βαρύγδουπα πως κανένα κράτος-μέλος δε θα αφεθεί στην τύχη του. Με δειλά βήματα να επιχειρούνται τροπολογίες στις συνθήκες, ώστε να υπερπηδηθούν τα πιο σημαντικά εμπόδια. Η κοινή γνώμη θα στρέφεται κατά των διαρθρωτικών αλλαγών που θα δίνεται η εντύπωση πως «επιβάλλονται από το εξωτερικό ως αντίτιμο για να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη των αγορών».
Να αυξηθεί η πίεση όσων επιθυμούν να επιστρέψουμε σε έναν απλό ενιαίο οικονομικό χώρο, χωρίς ενιαίο νόμισμα ή εσωτερική αγορά. Αυτό σημαίνει πως όλα τα κράτη-μέλη θα επιστρέψουν στα εθνικά τους νομίσματα και θα εφαρμόσουν ανταγωνιστικές υποτιμήσεις για να ανακουφιστούν προσωρινά, αντί να επιχειρούν πολιτικές τομές που θα τις κάνουν ανταγωνιστικές στην παγκόσμια οικονομία. Τη στιγμή ακριβώς που χρειαζόμαστε περισσότερο από ποτέ μια Ενωμένη Ευρώπη για να παραμείνουμε σημαντικοί στην παγκόσμια οικονομία, να παραδοθούμε έρμαια στους δαίμονες της ιστορίας.
Να προχωρήσουμε αποφασιστικά προς την «ομοσπονδιοποίηση» των οικονομικών και δημοσιονομικών μας πολιτικών. Κατά την άποψή μου αυτή είναι η σωστή πορεία, αφού μόνο έτσι μπορεί η Ευρώπη να αναδυθεί από τη σημερινή οικονομική κρίση ως ανταγωνιστική οικονομική δύναμη, που θα κρατάει στα χέρια της τις τύχες της στην παγκόσμια οικονομία.
Λογικά, αυτή η οικονομική ομοσπονδοποίηση θα πρέπει να συνοδευτεί από κοινή πολιτική εξωτερικών και άμυνας, που την προβλέπει ήδη με επάρκεια η ισχύουσα συνθήκη. Αλλά κι εδώ υφίστανται διαφοροποιήσεις, που υπονομεύουν την ισχυρή ευρωπαϊκή παρουσία στην παγκόσμια σκηνή. Την ώρα που οι δημοσκοπήσεις μας διαβεβαιώνουν πως το κοινό επιθυμεί να έχουμε μια φωνή, οι φιλόδοξοι πολιτικοί σπανίως αντιστέκονται στον πειρασμό να ρίχνουν λάδι στη φωτιά των εθνικιστικών παθών.
Το «ευρωπαϊκό συμβούλιο» θα πρέπει να ηγηθεί αυτής της προσπάθειας προς την ομοσπονδοποίηση και την ομοφωνία, προτείνοντας τις απαραίτητες αλλαγές στις ευρωπαϊκές συνθήκες, έστω κι αν γνωρίζει πως μερικά κράτη-μέλη δε θα θελήσουν να ακολουθήσουν τις εξελίξεις. Οι αναστολές μερικών κρατών δεν μπορεί να αποτρέπουν όσους θέλουν να ακολουθήσουν αυτό το δρόμο.
Η έξοδος από τη σημερινή κρίση και η πορεία προς τα εμπρός προϋποθέτουν την εφαρμογή των ακόλουθων πολιτικών:
Ομογενοποίηση του κανονισμού λειτουργίας και των τρόπων ελέγχου των χρηματοπιστωτικών οργανισμών που επιχειρούν στην ΕΕ. Είναι γελοίο να διατηρούν τα κράτη-μέλη διαφορετικούς κανόνες λειτουργίας για χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς που λειτουργούν ελεύθερα σε ενιαίο χώρο. Η απουσία ομοιογένειας σπέρνει την επόμενη κρίση, καθώς τις δεκαετίες που έρχονται η Ευρώπη θα αντιμετωπίσει νέες ανταγωνιστικές προκλήσεις στην παγκοσμιοποιημένη οικονομία. Ο σχεδιασμός του νέου αυτού πλαισίου λειτουργίας θα πρέπει να συμφωνηθεί με τις Ηνωμένες Πολιτείες και τη σύνοδο του G20. Η διακυβέρνηση των παγκόσμιων χρηματοπιστωτικών οργανισμών χρειάζεται να εξομοιωθεί σε όλες τις σημαντικές πολιτικές οντότητες.
Ενίσχυση αντικυκλικών δημοσιονομικών πολιτικών, ώστε να εξασφαλιστεί η ανάκαμψη. Τόσο στην Ευρώπη, όσο και στις Ηνωμένες Πολιτείες, είναι πολύ νωρίς να εγκαταλείψουμε πολιτικές ενίσχυσης της πραγματικής-παραγωγικής οικονομίας. Όταν βρέθηκε αντιμέτωπη με την απελπιστικά αργή ανάκαμψη, η κυβέρνηση Ομπάμα (Obama) αποφάσισε να επιμείνει σε αντικυκλικές πολιτικές. Η Ευρώπη πρέπει να τη μιμηθεί. Αν και υπάρχουν χώρες, σαν την Ελλάδα και την Ισπανία, που έχουν εξαντλήσει τις δημοσιονομικές τους δυνατότητες και ως εκ τούτου είναι αναγκασμένες να προχωρήσουν σε δρακόντειες δημοσιονομικές περικοπές, άλλες χώρες, σαν τη Γερμανία, έχουν ακόμα πολλές δυνατότητες και οφείλουν να ηγηθούν σε αυτήν την πορεία. Η «ευρωπαϊκή τράπεζα επενδύσεων» (EIB) και το «ευρωπαϊκό ταμείο επενδύσεων» (EIF) χρειάζεται να αναμειχθούν σε αυτή την προσπάθεια τόνωσης της οικονομίας, αναπτύσσοντας ορισμένες βασικές υποδομές, όπως στην ενέργεια και τις τεχνολογίες πληροφόρησης, ώστε να δημιουργηθούν δουλειές, να ελαφρύνουν υπερφορτωμένοι τομείς και να βελτιωθεί η ανταγωνιστικότητα της Ευρώπης.
Ομοσπονδοποίηση οικονομικών και δημοσιονομικών πολιτικών. Τα κράτη-μέλη χρειάζεται να συμφωνήσουν σε κοινούς δημοσιονομικούς στόχους και να εναρμονίσουν την ελάχιστη φορολογία τους. Από μόνο του κάτι τέτοιο θα καθιστούσε αυτονόητη την ανάγκη υιοθέτησης βαθιών διαρθρωτικών αλλαγών (π.χ. την ελαστικοποίηση της αγοράς εργασίας) σε κάθε χώρα, ώστε να προωθηθεί η ανταγωνιστικότητα.
Είμαι πεπεισμένος πως οι περισσότεροι Ευρωπαίοι δε θα αντιταχθούν στην έννοια της μεταφοράς μέρους της εθνικής κυριαρχίας στο ομοσπονδιακό επίπεδο. Αυτό που θεωρούν απαράδεκτο είναι να υφίστανται μεταρρυθμίσεις που μοιάζει να αμφισβητούν κεκτημένα κοινωνικά δικαιώματα ως βραχυπρόθεσμη απάντηση σε μια οικονομική κρίση που δεν προκάλεσαν. Οι Ευρωπαίοι πολίτες θέλουν και αξίζουν μακροπρόθεσμες λύσεις στα πραγματικά τους προβλήματα, όχι «χαράτσια» στο βωμό αγορών που μοιάζει να επιβάλουν τη θέλησή τους στις εκλεγμένες κυβερνήσεις τους.
Όσον αφορά το ασφαλιστικό και τα συστήματα υγείας του γηράσκοντος πληθυσμού, το χαλάρωμα των συντεχνιακών ακαμψιών του συστήματος σχέσεων της βιομηχανικής εποχής, την απαλλαγή από τη βιομηχανική εξάρτηση και τις βαθιές μεταρρυθμίσεις, δύο είναι οι εκ των ων ουκ άνευ όροι.
Πρώτον, χρειάζεται να είναι σαφές πως στόχος είναι η διατήρηση και όχι η διάλυση του ευρωπαϊκού μοντέλου κοινωνικής συνοχής.
Δεύτερον, ο χρηματοοικονομικός τομέας πρέπει να διακυβερνάται ούτως ώστε να υπηρετεί την παραγωγική οικονομία, όχι τις αισχροκερδείς νοοτροπίες.
Η διαιώνιση της σημερινής κρίσης υπονομεύει τη ενεργητικότητα της Ευρώπης, κλονίζει την εμπιστοσύνη της μεταψυχροπολεμικής εποχής και επισκιάζει το ευρωπαϊκό όραμα. Η ιστορία μας εγκαλεί να προχωρήσουμε αποφασιστικά προς τα εμπρός. Αν δεν ακούσουμε την έκκλησή της, ο ταχέως μεταβαλλόμενος κόσμος θα μας προσπεράσει αδιάφορα.
* Ο Felipe González είναι πρώην πρωθυπουργός της Ισπανίας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου