Η επέμβαση στην Λιβύη, το δράμα της Ιαπωνίας και το μέλλον της Ευρωπαϊκής Ένωσης συνιστούν το μενού μιας κρίσιμης για τα διεθνή δρώμενα εβδομάδας. Με την Ελλάδα να πρέπει να αποφασίσει τί θέλει…
του Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου
Την 25η Μαρτίου 2011, θα τεθούν οι βάσεις για μία αποτελεσματική οικονομική διακυβέρνηση της Ευρώπης; Με αφορμή την επέμβαση στην Λιβύη, μπορεί να ξεκινήσει και η ιχνογράφηση μιας πολιτικής Ευρώπης; Οι απαντήσεις στα δύο αυτά ερωτήματα είναι μάλλον θετικές, αλλά αμφιβάλλουμε κατά πόσον αυτό γίνεται αντιληπτό στην χώρα της φαιδράς πορτοκαλέας.
Η κατάσταση είναι κρίσιμη για την παραπαίουσα ελληνική οικονομία, όσο και για την γεωπολιτική παρουσία της χώρας μας. Παρά τις ευνοϊκές για την οικονομική μας πορεία αποφάσεις της 11ης Μαρτίου στις Βρυξέλλες, οι οικονομικές εξελίξεις στην χώρα μόνον ανησυχία προκαλούν. Διότι, ως φαίνεται, η οικονομική ύφεση όχι μόνον παρατείνεται αλλά έχει προσλάβει και επικίνδυνες διαστάσεις. Με αρνητικούς ρυθμούς της τάξεως του 4% έως 5%, τόσο η σχέση του χρέους μας προς το ΑΕΠ θα μεγαλώνει και τόσο περισσότερο θα απομακρύνεται η δυνατότητα επιστροφής της χώρας στις αγορές μετά το 2013.
Από την άλλη πλευρά, η πίεση που ασκείται για μείωση των δαπανών περιλαμβάνει, δυστυχώς, τις δημόσιες επενδύσεις αλλά κυρίως τις δαπάνες για την εκπαίδευση, την έρευνα και την επιστημονική συγκρότηση της χώρας. Έτσι, διογκώνεται όλο και περισσότερο η μετανάστευση φαιάς ουσίας και η οικονομία απομακρύνεται από τον συντελεστή γνώση –που είναι ένας από τους κορυφαίους για την ανάπτυξη των οικονομιών. Από δημοσιονομικής δε πλευράς, παρά την αισιοδοξία του υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, η αύξηση των φορολογικών εσόδων δεν φαίνεται να επιτυγχάνεται, παρά την φορολογική πίεση στους μισθωτούς, δεδομένου ότι αποτελούν μόνον το 50% των εργαζομένων. Τα εισοδήματα των άλλων κατηγοριών βρίσκουν ακόμη τρόπους φοροδιαφυγής. Πράγματι, τα σχετικά στοιχεία αποκαλύπτουν ότι το 40% των δυνητικών φορολογικών εσόδων του κράτους διαφεύγει.
Η προσπάθεια μείωσης του ελλείμματος του προϋπολογισμού απαιτεί όλο και μεγαλύτερες θυσίες από μεγάλο μέρος των Ελλήνων πολιτών, οι οποίοι, παρά την στωική τους υπομονή, αρχίζουν να νοιώθουν κόπωση –με απρόβλεπτες συνέπειες, ιδίως όταν διαπιστώνουν ότι τα σημάδια της ανάκαμψης απομακρύνονται και ότι οι ξένες επενδύσεις αργούν να εμφανισθούν. Οι τράπεζες εξαρτώνται όλο και περισσότερο από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα για άντληση ρευστότητας, καθώς μειώνονται οι καταθέσεις και συνεπώς οι κρουνοί της χρηματοδότησης της οικονομίας παραμένουν σχεδόν κλειστοί, δυσκολεύοντας τις επιχειρήσεις καθώς βουλιάζουν στην ύφεση.
Μέσα σε αυτές τις συνθήκες, η ομαλή πορεία αποπληρωμής του χρέους μας είναι άμεση συνάρτηση της απόλυτης τήρησης των όρων του επικαιροποιημένου μνημονίου, το οποίο αποτελεί δόση οξυγόνου για την οικονομία αλλά όχι λύση των προβλημάτων της. Στις σημερινές κρίσιμες διεθνείς συνθήκες που επαναδιαμορφώνουν τον παγκόσμιο χάρτη, η Ελλάδα έχει ανάγκη από πολιτική και οικονομική ανασυγκρότηση εκ βάθρων. Έχει ανάγκη από μαζικές αλλά και ποιοτικές επενδύσεις, ώστε να παράγει προϊόντα υψηλής προστιθέμενης αξίας. Ή να προσφέρει παρόμοιες υπηρεσίες. Ωστόσο, αυτού τους είδους οι επενδύσεις απαιτούν άλλης ποιότητος δημόσια διοίκηση και ανανεωμένο πολιτικό προσωπικό.
Συνεπώς, τίθεται πλέον για την χώρα πιεστικό πρόβλημα πολιτικής ηγεσίας. Μέχρι σήμερα, η κυβέρνηση δείχνει ότι το μόνο που κάνει είναι να εφαρμόζει απρόθυμα τους όρους του μνημονίου και δεν περιγράφει με σαφήνεια ένα σύνολο μεταρρυθμίσεων που μπορεί να οδηγήσει σε ανάπτυξη και μέσα σε αυτήν ο κάθε πολίτης να βλέπει τον εαυτό του. Οι πολίτες βομβαρδίζονται από μέτρα τα οποία δεν καταλαβαίνουν πού οδηγούν. Το μόνο που εισπράττουν είναι βαθύτερη ύφεση και αδυνατούν να δουν πώς θα έρθουν οι καλύτερες μέρες. Για πρώτη φορά μεταπολεμικά βλέπουν ραγδαία πτώση του βιοτικού τους επιπέδου. Οι σταθερές που υπήρχαν μέχρι σήμερα, όπως η ένταξή μας στην ευρωζώνη και το σταθερό νόμισμα, κλονίζονται. Αγωνιούν για το μέλλον και, παρά τα προβλήματα, θέλουν την παραμονή στην ευρωζώνη. Το πολιτικό σύστημα, απαξιωμένο, προσπαθεί απλώς να διαχειριστεί την κατάσταση και το κάθε κόμμα να κερδίσει πόντους πριονίζοντας τον αντίπαλο, αντί να εμπνεύσει τους πολίτες σε μία πορεία εξόδου από την κρίση.
Τί θα γίνει; Ως τώρα ακούγονται αυτοί που φωνάζουν. Ίσως ήρθε η ώρα να μιλήσουν αυτοί που, απαυδισμένοι από την κατάσταση, θεωρούσαν μέχρι σήμερα ότι το καλύτερο που έχουν να κάνουν είναι να παραμένουν σιωπηλοί. Οι διεθνείς εξελίξεις και οι νέες γεωστρατηγικές ισορροπίες θέτουν νέα ερωτήματα, τα οποία δεν μπορούν να απαντηθούν από τους ανθρώπους του χθες.
του Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου
Την 25η Μαρτίου 2011, θα τεθούν οι βάσεις για μία αποτελεσματική οικονομική διακυβέρνηση της Ευρώπης; Με αφορμή την επέμβαση στην Λιβύη, μπορεί να ξεκινήσει και η ιχνογράφηση μιας πολιτικής Ευρώπης; Οι απαντήσεις στα δύο αυτά ερωτήματα είναι μάλλον θετικές, αλλά αμφιβάλλουμε κατά πόσον αυτό γίνεται αντιληπτό στην χώρα της φαιδράς πορτοκαλέας.
Η κατάσταση είναι κρίσιμη για την παραπαίουσα ελληνική οικονομία, όσο και για την γεωπολιτική παρουσία της χώρας μας. Παρά τις ευνοϊκές για την οικονομική μας πορεία αποφάσεις της 11ης Μαρτίου στις Βρυξέλλες, οι οικονομικές εξελίξεις στην χώρα μόνον ανησυχία προκαλούν. Διότι, ως φαίνεται, η οικονομική ύφεση όχι μόνον παρατείνεται αλλά έχει προσλάβει και επικίνδυνες διαστάσεις. Με αρνητικούς ρυθμούς της τάξεως του 4% έως 5%, τόσο η σχέση του χρέους μας προς το ΑΕΠ θα μεγαλώνει και τόσο περισσότερο θα απομακρύνεται η δυνατότητα επιστροφής της χώρας στις αγορές μετά το 2013.
Από την άλλη πλευρά, η πίεση που ασκείται για μείωση των δαπανών περιλαμβάνει, δυστυχώς, τις δημόσιες επενδύσεις αλλά κυρίως τις δαπάνες για την εκπαίδευση, την έρευνα και την επιστημονική συγκρότηση της χώρας. Έτσι, διογκώνεται όλο και περισσότερο η μετανάστευση φαιάς ουσίας και η οικονομία απομακρύνεται από τον συντελεστή γνώση –που είναι ένας από τους κορυφαίους για την ανάπτυξη των οικονομιών. Από δημοσιονομικής δε πλευράς, παρά την αισιοδοξία του υπουργού Οικονομίας και Οικονομικών, η αύξηση των φορολογικών εσόδων δεν φαίνεται να επιτυγχάνεται, παρά την φορολογική πίεση στους μισθωτούς, δεδομένου ότι αποτελούν μόνον το 50% των εργαζομένων. Τα εισοδήματα των άλλων κατηγοριών βρίσκουν ακόμη τρόπους φοροδιαφυγής. Πράγματι, τα σχετικά στοιχεία αποκαλύπτουν ότι το 40% των δυνητικών φορολογικών εσόδων του κράτους διαφεύγει.
Η προσπάθεια μείωσης του ελλείμματος του προϋπολογισμού απαιτεί όλο και μεγαλύτερες θυσίες από μεγάλο μέρος των Ελλήνων πολιτών, οι οποίοι, παρά την στωική τους υπομονή, αρχίζουν να νοιώθουν κόπωση –με απρόβλεπτες συνέπειες, ιδίως όταν διαπιστώνουν ότι τα σημάδια της ανάκαμψης απομακρύνονται και ότι οι ξένες επενδύσεις αργούν να εμφανισθούν. Οι τράπεζες εξαρτώνται όλο και περισσότερο από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα για άντληση ρευστότητας, καθώς μειώνονται οι καταθέσεις και συνεπώς οι κρουνοί της χρηματοδότησης της οικονομίας παραμένουν σχεδόν κλειστοί, δυσκολεύοντας τις επιχειρήσεις καθώς βουλιάζουν στην ύφεση.
Μέσα σε αυτές τις συνθήκες, η ομαλή πορεία αποπληρωμής του χρέους μας είναι άμεση συνάρτηση της απόλυτης τήρησης των όρων του επικαιροποιημένου μνημονίου, το οποίο αποτελεί δόση οξυγόνου για την οικονομία αλλά όχι λύση των προβλημάτων της. Στις σημερινές κρίσιμες διεθνείς συνθήκες που επαναδιαμορφώνουν τον παγκόσμιο χάρτη, η Ελλάδα έχει ανάγκη από πολιτική και οικονομική ανασυγκρότηση εκ βάθρων. Έχει ανάγκη από μαζικές αλλά και ποιοτικές επενδύσεις, ώστε να παράγει προϊόντα υψηλής προστιθέμενης αξίας. Ή να προσφέρει παρόμοιες υπηρεσίες. Ωστόσο, αυτού τους είδους οι επενδύσεις απαιτούν άλλης ποιότητος δημόσια διοίκηση και ανανεωμένο πολιτικό προσωπικό.
Συνεπώς, τίθεται πλέον για την χώρα πιεστικό πρόβλημα πολιτικής ηγεσίας. Μέχρι σήμερα, η κυβέρνηση δείχνει ότι το μόνο που κάνει είναι να εφαρμόζει απρόθυμα τους όρους του μνημονίου και δεν περιγράφει με σαφήνεια ένα σύνολο μεταρρυθμίσεων που μπορεί να οδηγήσει σε ανάπτυξη και μέσα σε αυτήν ο κάθε πολίτης να βλέπει τον εαυτό του. Οι πολίτες βομβαρδίζονται από μέτρα τα οποία δεν καταλαβαίνουν πού οδηγούν. Το μόνο που εισπράττουν είναι βαθύτερη ύφεση και αδυνατούν να δουν πώς θα έρθουν οι καλύτερες μέρες. Για πρώτη φορά μεταπολεμικά βλέπουν ραγδαία πτώση του βιοτικού τους επιπέδου. Οι σταθερές που υπήρχαν μέχρι σήμερα, όπως η ένταξή μας στην ευρωζώνη και το σταθερό νόμισμα, κλονίζονται. Αγωνιούν για το μέλλον και, παρά τα προβλήματα, θέλουν την παραμονή στην ευρωζώνη. Το πολιτικό σύστημα, απαξιωμένο, προσπαθεί απλώς να διαχειριστεί την κατάσταση και το κάθε κόμμα να κερδίσει πόντους πριονίζοντας τον αντίπαλο, αντί να εμπνεύσει τους πολίτες σε μία πορεία εξόδου από την κρίση.
Τί θα γίνει; Ως τώρα ακούγονται αυτοί που φωνάζουν. Ίσως ήρθε η ώρα να μιλήσουν αυτοί που, απαυδισμένοι από την κατάσταση, θεωρούσαν μέχρι σήμερα ότι το καλύτερο που έχουν να κάνουν είναι να παραμένουν σιωπηλοί. Οι διεθνείς εξελίξεις και οι νέες γεωστρατηγικές ισορροπίες θέτουν νέα ερωτήματα, τα οποία δεν μπορούν να απαντηθούν από τους ανθρώπους του χθες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου