Το άρθρο του ποιητή Γιώργου Πήττα που ακολουθεί, αναρτήθηκε στις 28 Μαρτίου 2010 στην ιστοσελίδα ppol.gr, που είναι αυτή μιας ομάδας σοσιαλ-φιλελεύθερων και προβληματισμένων ανθρώπων. Πιστεύουμε ότι η ανάγνωσή του συμπληρώνει σε μεγάλο βαθμό τις απόψεις του Αθαν. Χ. Παπανδρόπουλου για την φύση της «Σέχτας» και των αιτίων που την γέννησαν.
«Το Εργαστήρι Δημοσιογραφίας ήταν στην γωνία Ακαδημίας και Σίνα. Μέσα δεκαετίας τού ’80 και τότε, για μία περίοδο, είχα διδάξει εκεί ραδιόφωνο και τεχνικές επικοινωνίας.
Εκείνο το απόγευμα, μεταξύ δύο τάξεων, βρήκα ευκαιρία για ένα τσιγάρο και βγήκα στην βεράντα –σκονισμένη και γεμάτη κουτσουλιές από τα αντιπαθητικά περιστέρια. Χάζευα κάτω την Ακαδημίας, αυτοκινητάκια να περνούν και να έρχονται, κόσμο να περπατάει βιαστικά και το καυσαέριο να πήζει στην ατμόσφαιρα και να θυμίζει δακρυγόνο. Το μόνιμο δακρυγόνο της υποταγής μας στην χημεία της εποχής.
Ο Κοσκωτάς, ο άνθρωπος από το πουθενά, έχει ήδη αγοράσει την Τράπεζα Κρήτης, ανόιγει την εκδοτική εταιρεία Γραμμή, έχει γίνει ίνδαλμα για πολλούς, ενώ ακόμα δεν έχει δολοφονηθεί ο Μιχάλης Καλτεζάς, ενώ έχει προηγηθεί η αλησμόνητη κατάληψη του Χημείου από τους τρελλούς κι ευτυχισμένους, σηματοδοτώντας το τέλος της αθωότητας. Σε μερικούς από μας είχε ήδη αρχίσει να μυρίζει έντονη παρακμίλα. Το ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα, ιστορική αναγκαιότητα κατά πολλές αναγνώσεις, είχε ήδη χειρουργήσει δραστικά τον κοινωνικό ιστό και κυρίως είχε δώσει την ευκαιρία σε πολλούς να αποκτήσουν τεράστια δύναμη, χωρίς να έχουν ούτε την παιδεία ούτε την διάθεση να την χειραγωγήσουν προς όφελος της κοινωνίας.
“Έχεις ένα τσιγάρο;” Ήταν η γνώριμη και μάλλον σιγανή φωνή του Αντρέα Λεντάκη. Δέχτηκε το άφιλτρο που τού πρόσφερα και ρώτησε “τί σκέφτεσαι έτσι βαρύς;” “Νομίζω ότι πιάνουμε πάτο όπου να’ναι”, τού απάντησα και ακούω ένα κατηγορηματικό “Γιώργο, ακόμα δεν έχεις δει απολύτως τίποτα! Ακόμα έχει πολύ δρόμο”. Τον κοίταξα, δεν θυμάμαι με τί ύφος, και εκείνος συνέχισε “αν υπήρχε κράτος, θα κατέρρεε γρήγορα. Αλλά στην Ελλάδα δεν δημιουργήθηκε ποτέ, ο μόνος θεσμός είναι ένα άτυπο παρακράτος που κυβερνά. Σαν το μαύρο χρήμα, βρίσκει πάντα τρόπο να επιβιώνει λαθραία”.
1985, είπα και στην αρχή. Είναι η εποχή που η πλήρης ανυπαρξία βάσεων στην κοινωνία απελευθερώνει δυναμικά προς την επιφάνεια τις χυδαιότερες τάσεις που θα μπορούσαμε να φανταστούμε. Είναι η εποχή στην οποία ο έντυπος εμετός της Αυριανής επιβραβεύεται πανηγυρικά από τον λαό με την μεγαλύτερη κυκλοφορία καθημερινής εφημερίδας σε πανελλήνια κλίμακα: 243.534 φύλλα την ημέρα…! Η εφημερίδα που εξύβρισε με τον πιο επαίσχυντο τρόπο τον Μάνο Χατζηδάκι, που είχε την ελεεινολογία ως επιλεγμένο επικοινωνιακό ύφος. Και ένα από τα τεράστια εγκλήματα του ΠΑΣΟΚ, η αναγνώρισή της και μάλιστα δια στόματος Ανδρέα Παπανδρέου ως της εφημερίδας που …στηρίζει το Κίνημα.
Η Ελλάδα είχε πάρει την μορφή ενός γιγάντιου καζανιού, στο οποίο μέσα πετάγονταν και ανακατεύονταν τα πλέον ετερόκλητα υλικά για να μαγειρευτεί το απίθανο υλικό του μέλλοντός της. Η Αυριανή και ο αυριανισμός ήταν μόνον ένα από τα πολλά συστατικά. Ο Κοσκωτάς, οι χρηματισμοί, οι εξαγορές συνειδήσεων ένα άλλο. Η Ελλάδα του τσιφτετελιού, του ουίσκι, των χιλιάδων νυκτερινών κέντρων με τις πίστες και τα μωρά τους που χόρευαν στις μπάρες ανέμελα, ο υπουργός Γιαννόπουλος που βάφτιζε τα κέντρα πολιτιστικά ιδρύματα, το περιοδικό Κλικ και το λάϊφ-στάϊλ, η καθιέρωση της μαγκιάς και των κολλητών ξύπνιων, οι χιλιάδες επί χιλιάδων διορισμοί στο Δημόσιο με κομματικά κριτήρια, η επέλαση των κάφρων σε όλα τα επίπεδα της δημόσιας ζωής, η πλήρης ανυπαρξία θεσμών και αξιοκρατίας, η δικτατορία του χαβαλέ και ο καθεστωτικός σχεδόν σαρκασμός προς τους ανθρώπους του πνεύματος, κατέστρεψαν κάθε είδους αντιστάσεις.
Το νεοελληνικό όνειρο είναι πια Αρμάνι, Γκούτσι, Φιλιππινέζα, πούρο, χρηματιστήριο, πούλα-αγόρασε, BMW, και ταυτόχρονα σπρωξίδι, υστερία, συνωστισμός, καβαλημένοι δικτατορίσκοι πίσω από τα γραφεία της εφορίας και της κάθε κρατικής υπηρεσίας. Ένας εκρηκτικός συνδυασμός με μία και μοναδική ταυτότητα: απόλυτη, συμπαγής, αδιαπέραστη αναξιοπρέπεια.
Κάπου εκεί, μέσα σε αυτόν τον αχταρμά της χυδαιότητας που από το περιθώριο και την ανυπαρξία γίνεται κυρίαρχη τάξη, συνεχίζουν να υπάρχουν ομάδες, παρέες, πυρήνες νέων ανθρώπων που αρνούνται να μπουν στα κουστούμια που τους προτείνει το περιβάλλον. Και όταν θα δολοφονηθεί ο Μιχάλης Καλτεζάς, το σχέδιο θα μπει σε πλήρη εφαρμογή. Και το σχέδιο ειανι οι αμέτρητοι τόνοι πρέζας που ρίχτηκαν στα Εξάρχεια, ώστε αυτά από φούρνος ιδεών να μετατραπούν σταδιακά σε κρεματόριο συνειδήσεων.
Έγιναν όλα αυτά τα χρόνια πάρα πολλά και έγιναν ταυτόχρονα. Περισσότερα από όσα προλαβαίνει να αφομοιώσει η συνείδηση και να βγάλει δέκα συμπεράσματα της προκοπής. Από την μια οι «φυλές της Μυκόνου» και τα νεοεμφανιζόμενα τζάκια. Διάφοροι απίθανοι άνθρωποι που έπεφταν με το αλεξίπτωτο και διαχειριζόντουσαν απίστευτα χρήματα που κανείς δεν μπορούσε να καταλάβει πώς τα είχαν βρει. Από την άλλη, καμμία αντίσταση. Κάποιοι αντιδρούσαν, βέβαια. Κάποιοι κάθε τόσο έγραφαν. Βιβλία, άρθρα, ομιλίες, διακηρύξεις, μανιφέστα, όλα έπεφταν στο κενό. Η κοινωνία διάβαζε Αυριανή και χαμογελούσε όταν η βρωμερή φυλλάδα καλούσε το αναγνωστικό της κοινό να …καταγγείλει ο,τιδήποτε γνωρίζει για την προσωπική ζωή του κύναιδου Χατζηδάκι.
Και για να κάνω ένα άλμα στον χρόνο, αλλιώς θα πρέπει να γράφω αμέτρητες σελίδες, φτάσαμε στην Ελλάδα των απέραντων ηδονών. Όταν ξαφνικά χιλιάδες επί χιλιάδων Νεοέλληνες έγιναν …παίκτες του χρηματιστηρίου. Όταν ξαφνικά τα νησιά των διακοπών μας γέμισαν με τρελλαμένους τύπους που φορώντας μαγιό και την πλαστική σαγιονάρα περιφέρονταν επιδεικτικά με τα κινητά κολλημένα στα αυτιά φωνάζοντας τις λέξεις-κλειδιά της ευτυχίας: Πούλα! Αγόρασε!
Και όλα αυτά τα χρόνια τα θυμάμαι με αμέτρητο κόσμο σε όλες τις ώρες του εικοσιτετραώρου να γεμίζει ασφυκτικά τις πλατείες και να πίνει τις φραπεδιές ή να πλημμυρίζει τα διάφορα ψευτονεοϋρκέζικα στέκια στο Χαλάνδρι και αλλού και να μασουλάει αβέρτα σολομούς και καρπάτσιο –έτσι ακριβώς όπως κάνανε και στο χωριό τους…
Η Ελλάδα μπήκε σε ένα τεράστιο μπαλόνι και ανέβηκε στα ουράνια. Έζησε για πολλά χρόνια ένα τεράστιο ψέμα, καταληστεύοντας το μέλλον των παιδιών της. Έφτασε στο αποκορύφωμα το 2004, με τους Ολυμπιακούς Αγώνες και το Γιούρο, αλλά εκεί είναι που άρχισε να δείχνει την σάπια οδοντοστοιχία με την οποία καταβρόχθιζε τόσον καιρό. Οι υποδομές των Αγώνων, που θα αποδίδονταν στην κοινωνία, καταστράφηκαν ή καταστρέφονται. Το Γιούρο, καθώς το βλέπω από απόσταση, κατακτήθηκε κυρίως με κουτοπονηριά παρά με αξιοσύνη, και από το 2004 και μετά η πιο ανίκανη κυβέρνηση όλων των εποχών απλά χόρεψε πρώτο τραπέζι πίστα στην Τσιφτετελλάδα που κληρονόμησε.
Δεν ξέρω ποιο είναι το μέλλον μας. Οι εποχές που έρχονται είναι εξαιρετικά άγριες. Δεν είναι λίγοι αυτοί που βλέπουν έναν μακρύ χειμώνα για την ανθρωπότητα, τον χειμώνα της κρίσης του καπιταλισμού η οποία περιλαμβάνει πολλά φαινόμενα για τα οποία δεν είμαστε έτοιμοι. Όπως οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, που σημαίνουν εκατομμύρια επί εκατομμυρίων οικοπρόσφυγες, νέες εστίες πολέμου και μετανάστες.
Αυτό που συμβαίνει στην Ελλάδα, όμως δεν είναι απλά το προϊόν της παγκόσμιας κρίσης του καπιταλισμού. Αυτή, ίσως και να είναι η ευλογία κατά κάποιον τρόπο, γιατί στάθηκε η αφορμή για να φανούν με τραγικό τρόπο οι αναπηρίες του τόπου μας. Όταν όμως συλλαμβάνεται ένας Μάριος Ζ. ως …τρομοκράτης και ένα μπουκάλι σαμπουάν υποδεικνύεται ως βόμβα μολότοφ, ενώ την ίδια ώρα κυκλοφορεί ελεύθερος ο Μάκης Ψωμιάδης, τότε ο μόνος δρόμος που ανοίγει (ξανά) είναι αυτός του χάους.
Αν συνεχίσουν τα πράγματα έτσι, ο Δεκέμβρης του 2008 θα μοιάζει με παιδική χαρά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου